Τι είναι το AZATHIOPRINE;
Η Αζαθειοπρίνη (AZATHIOPRINE) αποτελεί έναν ισχυρό ανοσοκατασταλτικό παράγοντα που ανήκει στην κατηγορία των πουρινικών αντιμεταβολιτών. Κυκλοφορεί με πολλές εμπορικές ονομασίες σε διάφορα μέρη του κόσμου, συμπεριλαμβανομένου του AZATHIOPRINE/PHARMACHEMIE και AZATHIOPRINE/FARMASYN στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα προφάρμακο που μετατρέπεται in vivo στην 6-μερκαπτοπουρίνη, η οποία αποτελεί τον ενεργό μεταβολίτη του. Η φαρμακευτική αυτή ουσία ανακαλύφθηκε τη δεκαετία του 1950 και έκτοτε κατέχει σημαντική θέση στην κλινική πρακτική. Από χημικής απόψεως, η αζαθειοπρίνη είναι ένα παράγωγο της ιμιδαζόλης, συνδεδεμένο με έναν θειοαιθέρα της 6-μερκαπτοπουρίνης. Ο μηχανισμός δράσης της βασίζεται στην παρεμπόδιση της σύνθεσης του DNA και RNA, μέσω της αναστολής του μεταβολισμού των πουρινών. Συγκεκριμένα, αφού ενεργοποιηθεί στο επίπεδο των ριβονουκλεοτιδίων, ασκεί ανασταλτική δράση στην εκ νέου βιοσύνθεση πουρινών. Αυτή η διαδικασία έχει ως αποτέλεσμα την καταστολή της λειτουργίας των Τ και Β λεμφοκυττάρων, καθώς και τη μείωση της παραγωγής αντισωμάτων, οδηγώντας έτσι σε ανοσοκαταστολή. Θεραπευτικά, η αζαθειοπρίνη χρησιμοποιείται ευρέως στις μεταμοσχεύσεις οργάνων για την πρόληψη της απόρριψης μοσχευμάτων, καθώς και στην αντιμετώπιση πολλών αυτοάνοσων παθήσεων. Ανήκει στην ανατομική/θεραπευτική/χημική (ATC) ταξινόμηση L04AX01, στην κατηγορία των αντινεοπλασματικών και ανοσοτροποποιητικών παραγόντων.
Ενδείξεις για το AZATHIOPRINE
Η αζαθειοπρίνη χρησιμοποιείται για τη θεραπεία διαφόρων παθήσεων, μεταξύ των οποίων:
- Πρόληψη απόρριψης μοσχεύματος σε μεταμοσχεύσεις οργάνων (νεφρών, ήπατος, καρδιάς, πνευμόνων)
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα μέτριας έως σοβαρής μορφής που δεν ανταποκρίνεται σε συμβατικές θεραπείες
- Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος (ΣΕΛ)
- Φλεγμονώδης νόσος του εντέρου (νόσος του Crohn και ελκώδης κολίτιδα) για διατήρηση ύφεσης
- Αυτοάνοση ηπατίτιδα
- Αυτοάνοση παγκρεατίτιδα
- Σοβαρές δερματικές παθήσεις (πεμφιγοειδές, πέμφιγα)
- Ιδιοπαθής θρομβοπενική πορφύρα ανθεκτική σε άλλες θεραπείες
- Βαριά μυασθένεια
- Πολυμυοσίτιδα και δερματομυοσίτιδα
Προφυλάξεις
Κατά τη λήψη αζαθειοπρίνης, απαιτείται προσοχή στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Μυελοκαταστολή: Τακτική παρακολούθηση της γενικής αίματος λόγω κινδύνου λευκοπενίας, θρομβοπενίας ή αναιμίας
- Ηπατική δυσλειτουργία: Απαιτείται μείωση της δόσης και στενή παρακολούθηση της ηπατικής λειτουργίας
- Λοιμώξεις: Αυξημένος κίνδυνος σοβαρών και ευκαιριακών λοιμώξεων
- Κακοήθειες: Αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης δερματικών καρκίνων και λεμφώματος, ιδιαίτερα σε μεταμοσχευμένους ασθενείς
- Έλλειψη ενζύμου TPMT: Ασθενείς με έλλειψη του ενζύμου θειοπουρινο-μεθυλτρανσφεράση (TPMT) εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο σοβαρής τοξικότητας
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους για το AZATHIOPRINE
- Ηλικιωμένοι: Αυξημένος κίνδυνος μυελοκαταστολής και λοιμώξεων. Συνιστάται μειωμένη δοσολογία και στενή παρακολούθηση.
- Παιδιά: Η χρήση σε παιδιά περιορίζεται κυρίως στη νεφρική μεταμόσχευση και σε σοβαρές αυτοάνοσες παθήσεις, με προσαρμοσμένη δοσολογία βάσει σωματικού βάρους.
- Έγκυες και θηλάζουσες: Ανήκει στην κατηγορία D κατά FDA για την εγκυμοσύνη. Η χρήση κατά την εγκυμοσύνη επιτρέπεται μόνο όταν το όφελος υπερτερεί του κινδύνου. Αντενδείκνυται κατά το θηλασμό λόγω απέκκρισης στο μητρικό γάλα και ενδεχόμενης πρόκλησης ανοσοκαταστολής στο βρέφος.
Παρενέργειες
Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες της αζαθειοπρίνης περιλαμβάνουν:
- Αιματολογικές διαταραχές: Λευκοπενία, θρομβοπενία, αναιμία, πανκυτταροπενία
- Γαστρεντερικές διαταραχές: Ναυτία, έμετος, ανορεξία, διάρροια, παγκρεατίτιδα
- Ηπατικές διαταραχές: Αύξηση ηπατικών ενζύμων, χολόσταση, ηπατίτιδα
- Δερματικές αντιδράσεις: Εξάνθημα, αλωπεκία, αυξημένη ευαισθησία στον ήλιο
- Αυξημένος κίνδυνος κακοηθειών: Ιδιαίτερα καρκίνοι δέρματος (μη μελανωματικοί)
- Λοιμώξεις: Αυξημένη ευαισθησία σε βακτηριακές, ιογενείς και μυκητιασικές λοιμώξεις
- Υπερευαισθησία: Συμπτώματα όπως πυρετός, μυαλγίες, αρθραλγίες, υπόταση
Δοσολογία και χορήγηση
- Μεταμόσχευση οργάνων: Αρχική δόση 3-5 mg/kg/ημέρα, με σταδιακή μείωση στη δόση συντήρησης 1-3 mg/kg/ημέρα
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα: Αρχική δόση 1 mg/kg/ημέρα (συνήθως 50-100 mg), με αύξηση κατά 0,5 mg/kg/ημέρα κάθε 4-8 εβδομάδες έως μέγιστο 2,5 mg/kg/ημέρα
- Φλεγμονώδης νόσος του εντέρου: 2-2,5 mg/kg/ημέρα
- Αυτοάνοση ηπατίτιδα: 1-2 mg/kg/ημέρα
- Δερματολογικές παθήσεις: 1-3 mg/kg/ημέρα
Η χορήγηση γίνεται από το στόμα, με διαθέσιμες μορφές δισκίων των 50 mg.
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση AZATHIOPRINE;
Εάν παραλειφθεί μια δόση, ο ασθενής πρέπει να:
- Λάβει τη δόση αμέσως μόλις το θυμηθεί, εκτός αν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη προγραμματισμένη δόση
- Αποφύγει τη λήψη διπλής δόσης για αναπλήρωση της δόσης που παραλείφθηκε
- Συνεχίσει το κανονικό δοσολογικό σχήμα
Υπερδοσολογία
Τα κύρια συμπτώματα υπερδοσολογίας της αζαθειοπρίνης περιλαμβάνουν:
- Έντονη ναυτία και έμετο
- Σοβαρή μυελοκαταστολή με λευκοπενία, θρομβοπενία και αναιμία
- Αυξημένο κίνδυνο λοιμώξεων
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας απαιτείται:
- Άμεση διακοπή του φαρμάκου
- Υποστηρικτική θεραπεία και στενή παρακολούθηση των αιματολογικών παραμέτρων
- Χορήγηση αυξητικών παραγόντων αιμοποίησης εάν κριθεί απαραίτητο
- Προφυλακτική αντιμικροβιακή θεραπεία σε περίπτωση σοβαρής λευκοπενίας
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
- Αλλοπουρινόλη: Αναστέλλει τον μεταβολισμό της αζαθειοπρίνης, απαιτείται μείωση της δόσης αζαθειοπρίνης κατά 25-33%
- Αντιπηκτικά βαρφαρίνης: Πιθανή μείωση του αντιπηκτικού αποτελέσματος, απαιτείται στενή παρακολούθηση του INR
- Αναστολείς ACE: Αυξημένος κίνδυνος αναιμίας και σοβαρής λευκοπενίας
- Άλλα ανοσοκατασταλτικά: Αυξημένος κίνδυνος λοιμώξεων και κακοηθειών
- Εμβόλια με ζώντες μικροοργανισμούς: Αντενδείκνυνται λόγω κινδύνου γενικευμένης λοίμωξης
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
- Γαλακτοκομικά προϊόντα: Συνιστάται η αποφυγή συγχορήγησης με γαλακτοκομικά προϊόντα λόγω πιθανής μείωσης της απορρόφησης
- Οινόπνευμα: Αυξημένος κίνδυνος ηπατοτοξικότητας, συνιστάται περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ
- Τροφές πλούσιες σε πουρίνες: Συνιστάται μέτρια κατανάλωση τροφών όπως συκώτι, νεφρά και άλλα εντόσθια
Φύλαξη φαρμάκου
- Διατηρείται σε θερμοκρασία δωματίου (15-30°C)
- Φυλάσσεται σε ξηρό μέρος, μακριά από το φως και την υγρασία
- Διατηρείται στην αρχική συσκευασία του
- Φυλάσσεται μακριά από παιδιά
- Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται μετά την ημερομηνία λήξης που αναγράφεται στη συσκευασία
Ανάλυση Δραστικής Ουσίας
Η αζαθειοπρίνη αποτελεί ένα συνθετικό ανάλογο πουρίνης που δρα ως ισχυρός ανοσοκατασταλτικός παράγοντας. Η χημική της δομή περιλαμβάνει μια ιμιδαζολική ομάδα συνδεδεμένη με 6-μερκαπτοπουρίνη μέσω θειοαιθερικού δεσμού. Ως προφάρμακο, η αζαθειοπρίνη μεταβολίζεται μέσω τριών διαφορετικών μεταβολικών οδών, με κυριότερη την οδό της θειοπουρινο-μεθυλτρανσφεράσης (TPMT), που οδηγεί στον σχηματισμό των ενεργών μεταβολιτών της. Η ιδιαιτερότητα του AZATHIOPRINE έγκειται στον διπλό μηχανισμό δράσης του: αφενός παρεμβαίνει στη σύνθεση πουρινών και συνεπώς στη δημιουργία DNA και RNA, αφετέρου επάγει την απόπτωση των Τ-λεμφοκυττάρων μέσω αναστολής της Rac1 GTPάσης. Εξαιρετικά σημαντική είναι η γενετική ποικιλομορφία στο γονίδιο TPMT, η οποία επηρεάζει τον μεταβολισμό του φαρμάκου και σχετίζεται με την εμφάνιση τοξικότητας σε ασθενείς με μειωμένη ενζυμική δραστηριότητα.
Αποτελεσματικότητα
Η κλινική αποτελεσματικότητα της αζαθειοπρίνης έχει τεκμηριωθεί σε πολλαπλές παθολογικές καταστάσεις. Στις μεταμοσχεύσεις, το AZATHIOPRINE παραμένει θεμελιώδες συστατικό των ανοσοκατασταλτικών σχημάτων, παρότι νεότερες επιλογές όπως το μυκοφαινολικό οξύ έχουν επίσης καθιερωθεί. Στην αυτοάνοση ηπατίτιδα, η θεραπεία με αζαθειοπρίνη σε συνδυασμό με κορτικοστεροειδή οδηγεί σε ποσοστά ύφεσης που υπερβαίνουν το 80% των περιπτώσεων. Αξιοσημείωτη είναι η αποτελεσματικότητά της στη διατήρηση της ύφεσης σε ασθενείς με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, ιδιαίτερα στην ελκώδη κολίτιδα, όπου η μακροχρόνια χορήγηση μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο υποτροπής. Σε περιπτώσεις θρομβοπενικής πορφύρας ανθεκτικής σε άλλες θεραπείες, το AZATHIOPRINE επιτυγχάνει σταθεροποίηση των αιμοπεταλίων σε περίπου 60-70% των ασθενών. Η δράση του φαρμάκου είναι συνήθως βραδεία, με πλήρη θεραπευτικά αποτελέσματα που εμφανίζονται μετά από 2-3 μήνες συνεχούς χορήγησης.
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στην αζαθειοπρίνη αποτελεί κλινική πρόκληση, ιδιαίτερα σε χρόνιες αυτοάνοσες παθήσεις. Κύριοι μηχανισμοί περιλαμβάνουν μεταβολές στην έκφραση ενζύμων που εμπλέκονται στον μεταβολισμό του φαρμάκου και τροποποιήσεις στα μονοπάτια απόπτωσης των λεμφοκυττάρων. Η δευτερογενής αποτυχία της θεραπείας παρατηρείται σε περίπου 10-15% των ασθενών που αρχικά ανταποκρίθηκαν στο AZATHIOPRINE. Φαινόμενα όπως η μείωση της δραστικότητας της ινοσίνης μονοφωσφορικής δεϋδρογενάσης (IMPDH) και η αυξημένη έκφραση πρωτεϊνών πολλαπλής αντοχής σε φάρμακα (MDR) έχουν συσχετιστεί με αντίσταση στην αζαθειοπρίνη. Η παρακολούθηση των επιπέδων μεταβολιτών θειοπουρίνης (TGN και MMPN) στα ερυθροκύτταρα αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, της αποτελεσματικότητας και της πιθανής ανάπτυξης ανθεκτικότητας.
Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες
Οι προκλινικές μελέτες για την αζαθειοπρίνη έχουν επικεντρωθεί στην κατανόηση των μοριακών μηχανισμών ανοσοκαταστολής και των επιγενετικών επιδράσεών της. Πειραματικά μοντέλα μεταμόσχευσης σε τρωκτικά ανέδειξαν την ικανότητα του AZATHIOPRINE να παρατείνει την επιβίωση των μοσχευμάτων μέσω ανοσοτροποποίησης. Οι κλινικές μελέτες του φαρμάκου περιλαμβάνουν δοκιμές φάσης III που καθιέρωσαν την αποτελεσματικότητά του σε ποικίλες αυτοάνοσες παθήσεις. Η έρευνα του Le-Nguyen και συνεργατών ανέδειξε τον ρόλο της αζαθειοπρίνης στη διαχείριση της ιδιοπαθούς θρομβοπενικής πορφύρας, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις ανθεκτικότητας σε άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις. Αξιοσημείωτες είναι οι κλινικές μελέτες που διερεύνησαν τη φαρμακογενετική του AZATHIOPRINE, οι οποίες οδήγησαν στην υιοθέτηση του προ-θεραπευτικού ελέγχου για τον γονότυπο TPMT σε πολλές χώρες.
Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά
Οι μετεγκριτικές μελέτες της αζαθειοπρίνης έχουν αναδείξει σημαντικά δεδομένα σχετικά με τη μακροχρόνια ασφάλεια και αποτελεσματικότητα. Από φαρμακοκινητικής άποψης, το AZATHIOPRINE χαρακτηρίζεται από ταχεία απορρόφηση μετά από per os χορήγηση, με βιοδιαθεσιμότητα που κυμαίνεται από 27% έως 83%. Η σύνδεση με πρωτεΐνες του πλάσματος είναι χαμηλή (περίπου 30%), ενώ ο χρόνος ημιζωής του φαρμάκου είναι σχετικά βραχύς (3-5 ώρες). Ωστόσο, οι ενεργοί μεταβολίτες του παραμένουν στα κύτταρα για μεγαλύτερο διάστημα, εξηγώντας τη δυνατότητα εφάπαξ ημερήσιας δοσολογίας. Τα συστήματα φαρμακοεπαγρύπνησης έχουν καταγράψει περιστατικά σπάνιων αλλά σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών, όπως την παγκρεατίτιδα επαγόμενη από αζαθειοπρίνη και τις αντιδράσεις υπερευαισθησίας που συμβαίνουν συνήθως εντός των πρώτων εβδομάδων θεραπείας.
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Συγκριτικά με άλλους ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες, η αζαθειοπρίνη παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Η συστηματική ανασκόπηση των Masaki και συνεργατών υπογράμμισε την αποτελεσματικότητα του AZATHIOPRINE στη διατήρηση της ύφεσης σε αυτοάνοση παγκρεατίτιδα. Στις μεταμοσχεύσεις πνεύμονα, παρατηρείται τάση αντικατάστασης της αζαθειοπρίνης με μυκοφαινολικό οξύ, αν και συγκριτικές μελέτες δείχνουν παρόμοια αποτελέσματα επιβίωσης μοσχευμάτων. Στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, η αζαθειοπρίνη θεωρείται εναλλακτική επιλογή της μεθοτρεξάτης, με ελαφρώς μειωμένη αποτελεσματικότητα αλλά συγκρίσιμο προφίλ ασφάλειας. Η οικονομική αποδοτικότητα του AZATHIOPRINE παραμένει σημαντικό πλεονέκτημα σε σύγκριση με νεότερους βιολογικούς παράγοντες.
Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις
Οι συστηματικές ανασκοπήσεις για την αζαθειοπρίνη έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητά της σε διάφορες κλινικές καταστάσεις. Ιδιαίτερα στις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, μετα-αναλύσεις δείχνουν ότι η αζαθειοπρίνη μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής κατά περίπου 60-70% συγκριτικά με εικονικό φάρμακο. Στην αυτοάνοση ηπατίτιδα, η συνδυαστική θεραπεία με κορτικοστεροειδή και AZATHIOPRINE έχει αποδειχθεί πιο αποτελεσματική από τη μονοθεραπεία με κορτικοστεροειδή για τη διατήρηση της ύφεσης. Μετα-αναλύσεις έχουν επίσης αναδείξει τη συσχέτιση της μακροχρόνιας χρήσης αζαθειοπρίνης με αυξημένο κίνδυνο καρκίνων δέρματος, ιδιαίτερα σε μεταμοσχευμένους ασθενείς, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για τακτική δερματολογική παρακολούθηση.
Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές
Η σύγχρονη έρευνα γύρω από την αζαθειοπρίνη εστιάζει σε τρεις κύριους άξονες: φαρμακογενετική, στρατηγικές βελτιστοποίησης της δοσολογίας και συνδυαστικές θεραπείες. Η ανάπτυξη πρόσθετων φαρμακογενετικών δεικτών πέραν του TPMT, όπως οι πολυμορφισμοί στο γονίδιο NUDT15, αναμένεται να βελτιώσει περαιτέρω την εξατομίκευση της θεραπείας με AZATHIOPRINE. Επιπλέον, ερευνητικές προσπάθειες επικεντρώνονται στην ανάπτυξη νέων συστημάτων χορήγησης για μειωμένη τοξικότητα και στοχευμένη δράση. Η χρήση νανοσωματιδίων ως φορέων της αζαθειοπρίνης βρίσκεται υπό μελέτη, με προκαταρκτικά αποτελέσματα να υποδεικνύουν βελτιωμένο θεραπευτικό δείκτη. Επιπλέον, αναδυόμενα δεδομένα για τις αντι-ιικές ιδιότητες του φαρμάκου έναντι συγκεκριμένων RNA ιών διευρύνουν τις πιθανές θεραπευτικές εφαρμογές του, αναδεικνύοντας νέες προοπτικές για αυτό το καθιερωμένο φαρμακευτικό μόριο.
Ιστορία του φαρμάκου
Η αζαθειοπρίνη αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1950 από τους Gertrude B. Elion και George H. Hitchings στα εργαστήρια της Burroughs Wellcome (σήμερα GlaxoSmithKline), ως παράγωγο της 6-μερκαπτοπουρίνης. Η ανάπτυξή της αποτέλεσε σημαντικό ορόσημο στην ιστορία της μεταμόσχευσης οργάνων, καθώς συνέβαλε καθοριστικά στην επιτυχία των πρώτων μεταμοσχεύσεων νεφρού τη δεκαετία του 1960. Έλαβε έγκριση από τον FDA το 1968 και έκτοτε αποτελεί θεμέλιο λίθο της ανοσοκατασταλτικής θεραπείας. Στην Ελλάδα, η αζαθειοπρίνη εισήχθη στην κλινική πρακτική στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και χρησιμοποιείται ευρέως από Έλληνες ρευματολόγους, γαστρεντερολόγους και μεταμοσχευτές για τη θεραπεία πολλαπλών αυτοάνοσων διαταραχών που επηρεάζουν τον ελληνικό πληθυσμό.
Συνοπτικά για το AZATHIOPRINE
Η αζαθειοπρίνη (φάρμακο AZATHIOPRINE) αποτελεί ανοσοκατασταλτικό παράγοντα της κατηγορίας των αντιμεταβολιτών πουρίνης. Χρησιμοποιείται κυρίως στη μεταμοσχευτική ιατρική και σε αυτοάνοσες διαταραχές όπως ρευματοειδής αρθρίτιδα, φλεγμονώδεις εντεροπάθειες και αυτοάνοση ηπατίτιδα. Αντενδείκνυται σε υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, σοβαρές λοιμώξεις, εγκυμοσύνη και γαλουχία. Οι κύριες ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν μυελοκαταστολή, γαστρεντερικές διαταραχές, ηπατοτοξικότητα και αυξημένο κίνδυνο λοιμώξεων. Η γενετική ποικιλομορφία στο ένζυμο TPMT επηρεάζει τον μεταβολισμό της, καθιστώντας απαραίτητο τον φαρμακογενετικό έλεγχο πριν την έναρξη θεραπείας. Απαιτείται τακτική παρακολούθηση αιματολογικών και βιοχημικών παραμέτρων καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπείας.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Μην παίρνετε ποτέ φάρμακα χωρίς να συμβουλευτείτε γιατρό. Διαβάζετε πάντα το φύλλο οδηγιών του φαρμάκου. Το παρόν άρθρο αναφέρεται στην συγκεκριμένη δραστική ουσία και δεν αντικαθιστά τις οδηγίες του γιατρού ή του φαρμακοποιού σας.
Συχνές Ερωτήσεις
Τι είναι η αζαθειοπρίνη και πώς δρα στον οργανισμό;
Η αζαθειοπρίνη είναι ένας ανοσοκατασταλτικός παράγοντας που λειτουργεί ως αντιμεταβολίτης πουρίνης. Μετατρέπεται στο σώμα σε 6-μερκαπτοπουρίνη, η οποία παρεμβαίνει στη σύνθεση του DNA και RNA. Αυτός ο μηχανισμός αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων, μειώνοντας έτσι την ανοσολογική απόκριση. Πριν την έναρξη θεραπείας, συμβουλευτείτε οπωσδήποτε το θεράποντα ιατρό σας.
Ποιες είναι οι κύριες ενδείξεις της αζαθειοπρίνης;
Η αζαθειοπρίνη χρησιμοποιείται κυρίως για την πρόληψη απόρριψης μοσχευμάτων μετά από μεταμοσχεύσεις οργάνων, καθώς και για τη θεραπεία αυτοάνοσων νοσημάτων όπως ρευματοειδής αρθρίτιδα, φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, αυτοάνοση ηπατίτιδα και σοβαρές δερματοπάθειες. Κάθε χορήγηση πρέπει να γίνεται αποκλειστικά υπό ιατρική παρακολούθηση και καθοδήγηση.
Ποιες είναι οι σημαντικότερες παρενέργειες της αζαθειοπρίνης;
Οι κυριότερες ανεπιθύμητες ενέργειες της αζαθειοπρίνης περιλαμβάνουν μυελοκαταστολή (λευκοπενία, θρομβοπενία, αναιμία), γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, έμετος, διάρροια), ηπατοτοξικότητα και αυξημένη ευαισθησία σε λοιμώξεις. Λιγότερο συχνά μπορεί να εμφανιστούν παγκρεατίτιδα και αντιδράσεις υπερευαισθησίας. Συμβουλευτείτε άμεσα το γιατρό σας εάν παρατηρήσετε ανησυχητικά συμπτώματα.
Πότε αντενδείκνυται η χρήση αζαθειοπρίνης;
Η χορήγηση αζαθειοπρίνης αντενδείκνυται σε περιπτώσεις υπερευαισθησίας στη δραστική ουσία, σε ασθενείς με σοβαρές ενεργές λοιμώξεις, σε κύηση και γαλουχία, καθώς και σε άτομα με σοβαρή ηπατική ή νεφρική ανεπάρκεια. Επίσης, απαιτείται προσοχή σε ασθενείς με έλλειψη του ενζύμου TPMT. Πάντα να ενημερώνετε πλήρως τον ιατρό σας για το ιατρικό ιστορικό σας.
Πώς λαμβάνεται η σωστή δοσολογία αζαθειοπρίνης;
Η δοσολογία της αζαθειοπρίνης εξατομικεύεται ανάλογα με την πάθηση, το σωματικό βάρος και την ανταπόκριση του ασθενούς. Συνήθως κυμαίνεται από 1-3 mg/kg ημερησίως. Η αρχική δόση είναι συχνά χαμηλότερη, με σταδιακή αύξηση υπό τακτική αιματολογική παρακολούθηση. Είναι απαραίτητο να λαμβάνετε το φάρμακο ακριβώς σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού.
Πώς αλληλεπιδρά η αζαθειοπρίνη με άλλα φάρμακα;
Η αζαθειοπρίνη παρουσιάζει σημαντικές αλληλεπιδράσεις με ορισμένα φάρμακα. Η συγχορήγηση με αλλοπουρινόλη απαιτεί δραστική μείωση της δόσης αζαθειοπρίνης κατά 25-33%. Επίσης, μπορεί να αλληλεπιδράσει με αντιπηκτικά, αναστολείς ACE και άλλα ανοσοκατασταλτικά. Τα εμβόλια με ζώντες μικροοργανισμούς αντενδείκνυνται κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Ενημερώστε τον ιατρό σας για όλα τα φάρμακα που λαμβάνετε.
Πότε αναμένεται να εμφανιστεί η θεραπευτική δράση της αζαθειοπρίνης;
Η θεραπευτική επίδραση της αζαθειοπρίνης δεν είναι άμεση αλλά εμφανίζεται σταδιακά. Συνήθως απαιτούνται 6-8 εβδομάδες για την έναρξη της δράσης, ενώ η πλήρης θεραπευτική απόκριση μπορεί να χρειαστεί 2-3 μήνες συνεχούς θεραπείας. Απαιτείται υπομονή και συνέπεια στη λήψη του φαρμάκου, πάντα υπό ιατρική παρακολούθηση.
Βιβλιογραφία
- Hasskamp, J., Meinhardt, C., Patton, PH. (2025). Azathioprine and 6‐mercaptopurine for maintenance of remission in ulcerative colitis. Cochrane Database.
- Kreuz, M., Cardoso, JCO., Sobreira, LER. (2025). Azathioprine and risk of non-melanoma skin cancers in organ transplant recipients: a systematic review and update meta-analysis. Clinical and Experimental Medicine.
- Le-Nguyen, A., Mortuza, S. (2025). Role of azathioprine in the management of ITP in the TPO-RA era: a single-center retrospective study. Blood Vessels, Thrombosis & Haemostasis.
- Masaki, Y., Nakase, H., Tsuji, Y., Nojima, M. (2021). The clinical efficacy of azathioprine as maintenance treatment for autoimmune pancreatitis: a systematic review and meta-analysis. Journal of Gastroenterology.
- Sanborn, DM., Friesen, JN., Yadav, H., Kennedy, CC. (2025). Outcomes in Lung Transplant Recipients on Azathioprine Compared to Mycophenolate. Respiratory Medicine.
- Snijders, RJ., Stoelinga, AEC., Gevers, TJG., Pape, S. (2024). An open-label randomised-controlled trial of azathioprine vs. mycophenolate mofetil for the induction of remission in treatment-naive autoimmune hepatitis. Journal of Hepatology.