Τι είναι το INDERAL
Η προπρανολόλη (INDERAL) αποτελεί έναν μη εκλεκτικό β-αδρενεργικό ανταγωνιστή που ανήκει στην κατηγορία των β-αναστολέων και χρησιμοποιείται ευρέως στη θεραπεία καρδιαγγειακών παθήσεων. Το φάρμακο κυκλοφορεί με πολλές εμπορικές ονομασίες σε διάφορα μέρη του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων της Αυστρίας, Αυστραλίας, Γερμανίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιαπωνίας, του Καναδά και της Νότιας Αφρικής. Η μοριακή δομή της προπρανολόλης επιτρέπει τον αποτελεσματικό αποκλεισμό τόσο των β1 όσο και των β2 υποδοχέων, γεγονός που καθιστά το φάρμακο ιδιαίτερα χρήσιμο σε ποικίλες κλινικές καταστάσεις. Ο μηχανισμός δράσης βασίζεται στην ανταγωνιστική αναστολή των β-αδρενεργικών υποδοχέων, με αποτέλεσμα τη μείωση της καρδιακής παροχής μέσω της αρνητικής ινότροπης και δρομότροπης δράσης. Η δραστική ουσία καταστέλλει επίσης τη δραστηριότητα του φλεβόκομβου και του κολποκοιλιακού κόμβου, προκαλώντας βραδυκαρδία. Παράλληλα, με τον αποκλεισμό των β2 υποδοχέων παρεμποδίζεται η αγγειοδιαστολή και ενδέχεται να προκληθεί σύσπαση των λείων μυικών ινών των βρόγχων, φαινόμενο γνωστό ως βρογχόσπασμος. Σύγχρονες μελέτες διερευνούν νέες μορφές χορήγησης της προπρανολόλης, ιδιαίτερα για τη θεραπεία των παιδικών αιμαγγειωμάτων, όπου η τοπική εφαρμογή μπορεί να προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα (Ren και συνεργάτες).
Ενδείξεις για την Προπρανολόλη
Η προπρανολόλη χρησιμοποιείται στη θεραπεία διαφόρων καρδιαγγειακών παθήσεων:
- Αρτηριακή υπέρταση – Αποτελεσματική μείωση της αρτηριακής πίεσης
- Στηθάγχη – Μείωση των επεισοδίων και της έντασης του πόνου
- Καρδιακές αρρυθμίες – Έλεγχος των ταχυαρρυθμιών
- Μυοκαρδιακό έμφραγμα – Δευτερογενής πρόληψη
- Πρόληψη ημικρανίας – Μείωση της συχνότητας των κρίσεων
- Βασικός τρόμος – Συμπτωματικός έλεγχος
- Υπερθυρεοειδισμός – Έλεγχος των καρδιαγγειακών συμπτωμάτων
- Παιδικά αιμαγγειώματα – Νέα θεραπευτική ένδειξη με εξαιρετικά αποτελέσματα
Προφυλάξεις
Η χρήση της προπρανολόλης απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή σε ασθενείς με:
- Άσθμα και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια – Κίνδυνος βρογχόσπασμου
- Καρδιακή ανεπάρκεια – Δυνατότητα επιδείνωσης
- Διαβήτης – Μπορεί να αποκρύψει συμπτώματα υπογλυκαιμίας
- Περιφερική αγγειακή νόσος – Επιδείνωση της κυκλοφορίας
- Ψωρίαση – Πιθανή επιδείνωση των δερματικών βλαβών
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους
Ηλικιωμένοι: Απαιτείται προσαρμογή της δόσης λόγω μειωμένης νεφρικής λειτουργίας και αυξημένης ευαισθησίας στις παρενέργειες. Συστηματική παρακολούθηση της καρδιακής λειτουργίας είναι αναγκαία.
Παιδιά: Η χρήση στην παιδιατρική πληθυσμό περιορίζεται κυρίως στη θεραπεία των αιμαγγειωμάτων και των καρδιακών αρρυθμιών. Απαιτείται στενή παρακολούθηση και προσαρμογή της δόσης ανάλογα με το σωματικό βάρος.
Εγκυμοσύνη: Χρήση μόνο όταν το όφελος υπερβαίνει τον κίνδυνο, καθώς μπορεί να προκαλέσει βραδυκαρδία, υπογλυκαιμία και καθυστέρηση της ενδομήτριας ανάπτυξης στο έμβρυο.
Παρενέργειες
Οι πιο συχνές παρενέργειες περιλαμβάνουν:
- Καρδιαγγειακές: Βραδυκαρδία, υπόταση, καρδιακή ανεπάρκεια
- Αναπνευστικές: Βρογχόσπασμος, δύσπνοια
- Γαστρεντερικές: Ναυτία, έμετος, διάρροια, δυσκοιλιότητα
- Νευρολογικές: Κόπωση, ζάλη, κεφαλαλγία, εφιάλτες
- Δερματικές: Εξάνθημα, ψωρίαση
- Μεταβολικές: Μασκάρισμα υπογλυκαιμίας, αύξηση τριγλυκεριδίων
- Ψυχιατρικές: Κατάθλιψη, διαταραχές ύπνου
Δοσολογία και χορήγηση
Η δοσολογία εξατομικεύεται ανάλογα με την ένδειξη:
- Αρτηριακή υπέρταση: 40-80 mg δύο φορές ημερησίως
- Στηθάγχη: 40 mg τρεις φορές ημερησίως, αύξηση έως 120-240 mg
- Μυοκαρδιακό έμφραγμα: 40 mg τρεις φορές ημερησίως
- Πρόληψη ημικρανίας: 80-240 mg ημερησίως σε χωρισμένες δόσεις
- Παιδικά αιμαγγειώματα: 1-3 mg/kg ημερησίως
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση προπρανολόλης;
Εάν παραλείψετε μια δόση, λάβετε την αμέσως μόλις το θυμηθείτε. Εάν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε την παραλειφθείσα δόση και συνεχίστε με το κανονικό πρόγραμμα. Μην διπλασιάσετε τη δόση για να αναπληρώσετε την παραλειφθείσα.
Υπερδοσολογία
Η υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει:
- Σοβαρή βραδυκαρδία ή ασυστολία
- Καρδιογενές σοκ
- Οξεία καρδιακή ανεπάρκεια
- Βρογχόσπασμος
- Υπογλυκαιμία
Η αντιμετώπιση περιλαμβάνει υποστηρικτική θεραπεία, χορήγηση ατροπίνης για τη βραδυκαρδία και γλυκαγόνης για την καρδιακή καταστολή.
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
- Αναστολείς καναλιών ασβεστίου: Αύξηση κινδύνου καρδιακής καταστολής
- Ψηφιακές γλυκοσίδες: Αύξηση κινδύνου βραδυκαρδίας
- Αντιαρρυθμικά: Additive καρδιακή καταστολή
- Αντιδιαβητικά: Μασκάρισμα συμπτωμάτων υπογλυκαιμίας
- NSAIDs: Μείωση της αντιυπερτασικής δράσης
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
- Αλκοόλ: Αύξηση της καταστολής του κεντρικού νευρικού συστήματος
- Τροφές πλούσιες σε πρωτεΐνες: Μπορούν να επηρεάσουν την απορρόφηση
- Καφεΐνη: Μείωση της αποτελεσματικότητας του φαρμάκου
Φύλαξη φαρμάκου
- Φυλάσσεται σε θερμοκρασία δωματίου (15-30°C)
- Προστασία από το φως και την υγρασία
- Διατήρηση στην αρχική συσκευασία
- Μακριά από παιδιά και κατοικίδια ζώα
- Μη χρήση μετά την ημερομηνία λήξης
Ιστορία του φαρμάκου
Η προπρανολόλη ανακαλύφθηκε το 1964 από τον Σκωτσέζο φαρμακολόγο Sir James W. Black στα εργαστήρια της ICI (Imperial Chemical Industries) στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η επαναστατική αυτή ανακάλυψη απέδωσε στον Black το Νόμπελ Ιατρικής το 1988, καθώς άνοιξε νέους ορίζοντες στη θεραπεία καρδιαγγειακών παθήσεων. Στην Ελλάδα, η προπρανολόλη εισήχθη στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και αποτέλεσε ορόσημο για τη διαχείριση της αρτηριακής υπέρτασης και των καρδιακών αρρυθμιών στον ελληνικό πληθυσμό. Η ευρεία αποδοχή της από την ελληνική ιατρική κοινότητα συνέβαλε σημαντικά στη μείωση της καρδιαγγειακής νοσηρότητας και θνητότητας.
Ανάλυση Δραστικής Ουσίας
Η μοριακή δομή της προπρανολόλης χαρακτηρίζεται από την παρουσία ενός ναφθυλοξυ-προπανολαμινικού σκελετού, που της προσδίδει τις ιδιότητές της ως β-αδρενεργικού ανταγωνιστή. Η χημική της ονομασία είναι 1-(ισοπροπυλαμινο)-3-(1-ναφθυλοξυ)-2-προπανόλη υδροχλωρική, με μοριακό βάρος 295.8 g/mol. Η στερεοχημεία της δραστικής ουσίας παίζει καθοριστικό ρόλο στη φαρμακολογική της δράση, με το S-εναντιομερές να εμφανίζει περίπου 100 φορές μεγαλύτερη δραστικότητα από το R-εναντιομερές. Η λιπόφιλη φύση της προπρανολόλης της επιτρέπει εύκολη διάβαση του αιματοεγκεφαλικού φραγμού, γεγονός που εξηγεί τις κεντρικές νευρικές παρενέργειες όπως τα εφιάλτες και η κατάθλιψη. Η βιοδιαθεσιμότητα της από του στόματος χορηγούμενης προπρανολόλης κυμαίνεται μεταξύ 25-35% λόγω εκτεταμένου φαινομένου πρώτης διέλευσης από το ήπαρ.
Αποτελεσματικότητα
Η κλινική αποτελεσματικότητα της προπρανολόλης έχει τεκμηριωθεί εκτενώς σε πολυάριθμες μελέτες για διάφορες ενδείξεις. Στη θεραπεία της αρτηριακής υπέρτασης, η προπρανολόλη επιτυγχάνει μείωση της συστολικής πίεσης κατά 10-15 mmHg και της διαστολικής κατά 8-12 mmHg σε δόσεις 80-320 mg ημερησίως. Για τη δευτερογενή πρόληψη μετά από μυοκαρδιακό έμφραγμα, μελέτες έχουν καταδείξει μείωση της θνητότητας κατά 20-25% και των επανεμφραγμάτων κατά 30%. Στις καρδιακές αρρυθμίες, η προπρανολόλη παρουσιάζει ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα στις κολπικές ταχυαρρυθμίες και στις κοιλιακές εκτόπιες συστολές, με ποσοστά ελέγχου που φτάνουν το 70-80%. Αξιοσημείωτη είναι η αποτελεσματικότητα στην πρόληψη της ημικρανίας, όπου επιτυγχάνεται μείωση της συχνότητας των κρίσεων κατά 50% περίπου στο 60-80% των ασθενών.
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στη δράση της προπρανολόλης αποτελεί σπάνιο φαινόμενο, αντίθετα με άλλες κατηγορίες καρδιαγγειακών φαρμάκων. Το φαινόμενο της ταχυφυλαξίας παρατηρείται περιστασιακά και συνδέεται κυρίως με την αυξημένη σύνθεση β-αδρενεργικών υποδοχέων ως αντιρρόπηση στην χρόνια αναστολή τους. Μελέτες έχουν δείξει ότι η χρόνια χορήγηση προπρανολόλης μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της πυκνότητας των β-υποδοχέων κατά 15-30%, χωρίς όμως αυτό να μεταφράζεται σε κλινικά σημαντική μείωση της αποτελεσματικότητας. Η διακοπή της θεραπείας πρέπει να γίνεται σταδιακά για την αποφυγή του συνδρόμου στέρησης, που μπορεί να περιλαμβάνει αντιδραστική υπέρταση και αυξημένο κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων.
Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες
Τα προκλινικά δεδομένα για την προπρανολόλη προέρχονται από εκτεταμένες μελέτες σε πειραματόζωα που κατέδειξαν την ικανότητά της να αναστέλλει τις β-αδρενεργικές αποκρίσεις χωρίς εσωτερική συμπαθομιμητική δραστηριότητα. Οι κλινικές μελέτες φάσης III που οδήγησαν στην έγκριση της προπρανολόλης περιελάμβαναν πάνω από 15,000 ασθενείς σε διάφορες ενδείξεις. Μεγάλες τυχαιοποιημένες μελέτες όπως η Norwegian Multicenter Study Group και η Beta-Blocker Heart Attack Trial κατέδειξαν σημαντική μείωση της καρδιαγγειακής θνητότητας. Σύγχρονες προσεγγίσεις εξετάζουν νέες φαρμακοκινητικές ιδιότητες μέσω προηγμένων συστημάτων χορήγησης.
Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά
Η φαρμακοεπαγρύπνηση για την προπρανολόλη έχει καταγράψει σπάνιες αλλά σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες όπως τον αναφυλακτικό σοκ και τη σοβαρή βραδυκαρδία με αιμοδυναμική αστάθεια. Τα φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν ταχεία απορρόφηση με μέγιστες πλασματικές συγκεντρώσεις σε 1-3 ώρες, εκτεταμένη κατανομή με όγκο κατανομής 4 L/kg και ημιπεριόδο αποβολής 3-6 ώρες. Ο μεταβολισμός γίνεται κατά 95% από το ήπαρ μέσω γλυκουρονίδωσης και οξειδωτικής αποαμίνωσης. Η νεφρική κάθαρση αντιπροσωπεύει μόνο το 1% της συνολικής κάθαρσης, γεγονός που καθιστά την προπρανολόλη ασφαλή σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία.
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Συγκριτικές μελέτες έχουν καταδείξει ότι η προπρανολόλη παρουσιάζει παρόμοια αντιυπερτασική δραστικότητα με άλλους β-αναστολείς αλλά με διαφορετικό προφίλ παρενεργειών λόγω της μη εκλεκτικής της δράσης. Έναντι των αναστολέων του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης, η προπρανολόλη εμφανίζει ίση αποτελεσματικότητα στην πρωτογενή πρόληψη καρδιαγγειακών επεισοδίων αλλά με μεγαλύτερη συχνότητα μεταβολικών παρενεργειών. Σε σύγκριση με τους διουρητικούς παράγοντες στη θεραπεία της υπέρτασης, η προπρανολόλη παρουσιάζει ανώτερη αποτελεσματικότητα στους νεότερους ασθενείς αλλά μειωμένη στους ηλικιωμένους. Η μικροκυστική διάθεση σε νέα φαρμακευτικά συστήματα αναμένεται να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα.
Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις
Πρόσφατες συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητα της προπρανολόλης σε διάφορες ενδείξεις. Μία μετα-ανάλυση 26 μελετών με 87,865 ασθενείς κατέδειξε μείωση της συνολικής θνητότητας κατά 13% στη δευτερογενή πρόληψη μετά από οξύ στεφανιαίο σύνδρομο. Στην πρόληψη της ημικρανίας, μετα-ανάλυση 11 τυχαιοποιημένων μελετών έδειξε στατιστικά σημαντική μείωση της συχνότητας κρίσεων με αριθμό ασθενών που χρειάζεται να θεραπευτούν για όφελος (NNT) ίσο με 3. Για τα παιδικά αιμαγγειώματα, συστηματική ανασκόπηση 42 μελετών κατέδειξε ποσοστά ανταπόκρισης 85-95% με ελάχιστες σοβαρές παρενέργειες.
Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές
Οι σύγχρονες ερευνητικές προσπάθειες επικεντρώνονται στην ανάπτυξη νέων φαρμακοτεχνικών μορφών της προπρανολόλης που θα βελτιώσουν τη βιοδιαθεσιμότητα και θα μειώσουν τις παρενέργειες. Τα νανοσωματίδια και τα λιποσώματα αναδεικνύονται ως υποσχόμενες πλατφόρμες για στοχευμένη παράδοση του φαρμάκου. Η τεχνολογία των μικροβελονών εξετάζεται για τη διαδερμική χορήγηση της προπρανολόλης, ιδιαίτερα στη θεραπεία των αιμαγγειωμάτων. Επιπλέον, διερευνώνται νέες θεραπευτικές ενδείξεις όπως η αντικαρκινική δράση μέσω της αναστολής της β-αδρενεργικής σηματοδότησης στον καρκινικό μικροπεριβάλλον. Η φαρμακογενωμική προσέγγιση αναμένεται να επιτρέψει την εξατομικευμένη θεραπεία βασισμένη στους γενετικούς πολυμορφισμούς των ενζύμων μεταβολισμού. Τέλος, η ψυχιατρική εφαρμογή της προπρανολόλης στη διαχείριση του μετατραυματικού στρες και των αγχωδών διαταραχών αποτελεί αναδυόμενο πεδίο έρευνας με πολλαπλές κλινικές μελέτες σε εξέλιξη.
Συνοπτικά για την Προπρανολόλη
Η προπρανολόλη (φάρμακο INDERAL) αποτελεί έναν μη εκλεκτικό β-αδρενεργικό ανταγωνιστή που χρησιμοποιείται στη θεραπεία καρδιαγγειακών παθήσεων, στην πρόληψη της ημικρανίας και στη διαχείριση συγκεκριμένων δερματολογικών καταστάσεων. Οι κύριες ενδείξεις περιλαμβάνουν την αρτηριακή υπέρταση, τη στηθάγχη, τις καρδιακές αρρυθμίες και τα παιδικά αιμαγγειώματα. Απαιτεί προσοχή σε ασθενείς με άσθμα, καρδιακή ανεπάρκεια και διαβήτη. Συχνές παρενέργειες αφορούν τη βραδυκαρδία, την κόπωση και τις γαστρεντερικές διαταραχές. Η δοσολογία εξατομικεύεται ανάλογα με την ένδειξη και την ανταπόκριση του ασθενούς. Η διακοπή της θεραπείας πρέπει να είναι σταδιακή για την αποφυγή του συνδρόμου στέρησης. Η εγκυμοσύνη αποτελεί σχετική αντένδειξη που απαιτεί προσεκτική αξιολόγηση του οφέλους έναντι του κινδύνου.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Μην παίρνετε ποτέ φάρμακα χωρίς να συμβουλευτείτε γιατρό. Διαβάζετε πάντα το φύλλο οδηγιών του φαρμάκου. Το παρόν άρθρο αναφέρεται στην συγκεκριμένη δραστική ουσία και δεν αντικαθιστά τις οδηγίες του γιατρού ή του φαρμακοποιού σας.
Συχνές Ερωτήσεις
Τι είναι το INDERAL και πώς δρα στον οργανισμό;
Το INDERAL περιέχει προπρανολόλη, έναν μη εκλεκτικό β-αδρενεργικό ανταγωνιστή που αναστέλλει τη δράση της αδρεναλίνης στους β-υποδοχείς. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της καρδιακής συχνότητας, της αρτηριακής πίεσης και της καρδιακής παροχής. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας για την κατάλληλη χρήση.
Ποιες είναι οι κύριες ενδείξεις του INDERAL;
Το INDERAL χρησιμοποιείται για την αρτηριακή υπέρταση, τη στηθάγχη, τις καρδιακές αρρυθμίες, την πρόληψη ημικρανίας, τον βασικό τρόμο και τα παιδικά αιμαγγειώματα. Επίσης χορηγείται στον υπερθυρεοειδισμό για τον έλεγχος των καρδιαγγειακών συμπτωμάτων. Απαιτείται ιατρική συνταγή και παρακολούθηση.
Ποιες είναι οι συχνότερες παρενέργειες του INDERAL;
Οι κοινές παρενέργειες περιλαμβάνουν βραδυκαρδία, κόπωση, ζάλη, ναυτία και διαταραχές ύπνου. Σπανιότερα εμφανίζονται βρογχόσπασμος, καρδιακή ανεπάρκεια και ψυχιατρικές διαταραχές. Ενημερώστε αμέσως τον γιατρό σας για οποιαδήποτε ανησυχητική παρενέργεια του INDERAL.
Μπορώ να σταματήσω απότομα τη λήψη INDERAL;
Η απότομη διακοπή του INDERAL μπορεί να προκαλέσει σύνδρομο στέρησης με αντιδραστική υπέρταση και αυξημένο κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων. Η δοσολογία πρέπει να μειώνεται σταδιακά υπό ιατρική επίβλεψη. Μην αλλάξετε ποτέ μόνοι σας το θεραπευτικό σχήμα χωρίς ιατρική συμβουλή.
Ποιες είναι οι αντενδείξεις για τη χρήση INDERAL;
Απόλυτες αντενδείξεις αποτελούν το άσθμα, η σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια, ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός και η καρδιογενής καταπληξία. Σχετικές αντενδείξεις είναι ο διαβήτης, η περιφερική αγγειακή νόσος και η ψωρίαση. Συζητήστε με τον γιατρό σας το ιστορικό υγείας πριν από τη χρήση INDERAL.
Πώς πρέπει να φυλάσσω το INDERAL στο σπίτι;
Το INDERAL φυλάσσεται σε θερμοκρασία δωματίου (15-30°C), προστατευμένο από το φως και την υγρασία. Διατηρείτε το στην αρχική συσκευασία και μακριά από παιδιά. Μη χρησιμοποιείτε το φάρμακο μετά την ημερομηνία λήξης. Για οποιαδήποτε απορία σχετικά με τη φύλαξη, συμβουλευτείτε τον φαρμακοποιό σας.
Μπορεί το INDERAL να αλληλεπιδράσει με άλλα φάρμακα;
Το INDERAL παρουσιάζει σημαντικές αλληλεπιδράσεις με αναστολείς καναλιών ασβεστίου, ψηφιακές γλυκοσίδες, αντιαρρυθμικά και αντιδιαβητικά φάρμακα. Επίσης αλληλεπιδρά με NSAIDs και ορισμένα αντικαταθλιπτικά. Ενημερώστε πάντα τον γιατρό σας για όλα τα φάρμακα που παίρνετε πριν από τη χρήση INDERAL.
Βιβλιογραφία
- Alqahtani, A. A., Mohammed, A. A., Fatima, F., & Ahmed, M. M. (2023). Fused deposition modelling 3D-printed gastro-retentive floating device for propranolol hcl tablets. Polymers, 15(17), 3554.
- Bagheri, A. (2021). Comparison of the interaction between propranolol hydrochloride (PPL) with anionic surfactant and cationic surface active ionic liquid in micellar phase. Colloids and Surfaces A: Physicochemical and Engineering Aspects, 615, 126252.
- Eltabeeb, M. A., Abdellatif, M. M., El-Nabarawi, M. A., & Teaima, M. H. (2024). Chitosan decorated oleosomes loaded propranolol hydrochloride hydrogel repurposed for Candida albicans-vaginal infection. Expert Opinion on Drug Delivery, 21(6), 789-803.
- Eltabeeb, M. A., Hamed, R. R., El-Nabarawi, M. A., & Teaima, M. H. (2025). Nanocomposite alginate hydrogel loaded with propranolol hydrochloride kolliphor® based cerosomes as a repurposed platform for Methicillin-Resistant Staphylococcus aureus. Drug Delivery and Translational Research, 15(1), 234-251.
- Lacassia, C., Cutrignelli, A., la Forgia, F. M., Fontana, S., Denora, N., & Lopedota, A. (2025). Evaluation of Five Ready-to-Use Bases for the Topical Administration of Propranolol Hydrochloride to Treat Infantile Hemangioma. Pharmaceutics, 17(1), 83.
- Moni, M. R., Islam, M. R., Alfakeer, M., Anjum, K., & Rahman, M. A. (2024). Association and clouding behaviour of surfactants in aqueous solution of propranolol hydrochloride drug: Understanding of the effects of potassium salts. Journal of Molecular Liquids, 398, 124289.
- Ren, L., Xu, X., Liu, X., Ning, H., & Ding, Q. (2025). Recent Advances in Propranolol Hydrochloride Formulations for the Treatment of Infantile Hemangiomas. Drug Design, Development and Therapy, 19, 123-145.
- Rosa, T. P., Colpani, G. L., Fiori, M. A., Huaman, N. R. C., & Santos, O. A. A. (2025). Photocatalytic degradation of propranolol hydrochloride in aqueous medium employing bentonite-TiO2 nanocomposites. Journal of Photochemistry and Photobiology A: Chemistry, 446, 115234.
- Serreau, R., Amirouche, A., Benyamina, A., & Karila, L. (2024). Propranolol hydrochloride psychiatric effectiveness and oxidative stress: An update. Oxygen, 4(2), 156-171.
- Teaima, M. H., Eltabeeb, M. A., El-Nabarawi, M. A., & Abd El-Setouhy, D. A. (2022). Utilization of propranolol hydrochloride mucoadhesive invasomes as a locally acting contraceptive: in-vitro, ex-vivo, and in-vivo evaluation. Drug Delivery, 29(1), 2234-2248.