SAFAROL: Παρενέργειες | Ενδείξεις | Πληροφορίες

Ολοκληρωμένος οδηγός για το αντιβηχικό σιρόπι βουταμιράτης

Το σιρόπι SAFAROL (7,5mg/5ml) διατίθεται σε φιάλη των 200ml με ειδικό δοσομετρικό κύπελλο για ακριβή χορήγηση.
Το SAFAROL είναι ένα αποτελεσματικό αντιβηχικό σκεύασμα που ανακουφίζει από τον ξηρό βήχα χωρίς τον κίνδυνο εξάρτησης των οπιοειδών ουσιών.

Πίνακας Περιεχομένων

Τι είναι το SAFAROL;

Το SAFAROL είναι ένα αντιβηχικό φαρμακευτικό σκεύασμα με δραστική ουσία τη βουταμιράτη (butamirate citrate) που κυκλοφορεί σε μορφή σιροπιού. Η βουταμιράτη ανήκει στην κατηγορία των μη ναρκωτικών αντιβηχικών φαρμάκων και δρα κατασταλτικά στο κέντρο του βήχα στον εγκέφαλο. Η δραστική ουσία αυτή κυκλοφορεί με διάφορες εμπορικές ονομασίες (SAFAROL, Sinecod κ.ά.) σε πολλές χώρες του κόσμου. Το φάρμακο χαρακτηρίζεται από τη διπλή του δράση, καθώς παρουσιάζει μη ειδικό αντιχολινεργικό και σπασμολυτικό αποτέλεσμα, γεγονός που διευκολύνει σημαντικά την αναπνευστική λειτουργία. Η βουταμιράτη χρησιμοποιείται κυρίως για την αντιμετώπιση του ξηρού, μη παραγωγικού βήχα διαφόρων αιτιολογιών. Βάσει της ανατομικής/θεραπευτικής/χημικής (ATC) ταξινόμησης, η βουταμιράτη εντάσσεται στο αναπνευστικό σύστημα (R), στην κατηγορία των αντιβηχικών και φαρμάκων κατά του κρυολογήματος (R05), και ειδικότερα στα άλλα αντιβηχικά (R05DB13). Το φάρμακο χαρακτηρίζεται ως μη συνταγογραφούμενο (ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ.), διατίθεται αποκλειστικά από φαρμακεία και έχει εθνική άδεια κυκλοφορίας στην Ελλάδα από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων.

Ενδείξεις για το SAFAROL

Το SAFAROL ενδείκνυται για:

  • Συμπτωματική ανακούφιση από τον ξηρό, μη παραγωγικό βήχα διαφόρων αιτιολογιών
  • Αντιμετώπιση του βήχα που προκαλείται από κρυολόγημα ή άλλες αναπνευστικές λοιμώξεις
  • Θεραπεία του νυχτερινού βήχα που διαταράσσει τον ύπνο
  • Περιπτώσεις βρογχικού ερεθισμού λόγω εισπνοής ερεθιστικών ουσιών
  • Καταστολή του βήχα πριν και μετά από χειρουργικές επεμβάσεις
  • Προετοιμασία για βρογχοσκόπηση ή βρογχογραφία

Προφυλάξεις

Το φάρμακο πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με:

  • Ιστορικό βρογχικού άσθματος
  • Χρόνια βρογχίτιδα
  • Εμφύσημα
  • Παραγωγικό βήχα με έκκριση βλέννας
  • Ηπατική ή νεφρική ανεπάρκεια

Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους για το SAFAROL

  • Ηλικιωμένοι: Συνιστάται προσοχή και πιθανή προσαρμογή της δοσολογίας λόγω πιθανής μειωμένης ηπατικής ή νεφρικής λειτουργίας.
  • Παιδιά: Η χρήση του σε παιδιά κάτω των 3 ετών πρέπει να γίνεται μόνο μετά από ιατρική συμβουλή. Σε μεθαιμοσφαιριναιμία που σχετίζεται με τη βουταμιράτη έχουν παρατηρηθεί περιστατικά σε παιδιά μετά από υπερδοσολογία.
  • Έγκυοι: Δεν συνιστάται η χρήση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ιδιαίτερα κατά το πρώτο τρίμηνο, εκτός εάν είναι σαφώς απαραίτητο και κατόπιν ιατρικής συμβουλής.
  • Θηλάζουσες: Δεν είναι γνωστό εάν η βουταμιράτη εκκρίνεται στο μητρικό γάλα, επομένως συνιστάται προσοχή κατά τη χορήγηση σε θηλάζουσες μητέρες.

Παρενέργειες

Οι περισσότερες παρενέργειες του SAFAROL είναι ήπιες και παροδικές, περιλαμβάνοντας:

  • Γαστρεντερικές διαταραχές: ναυτία, έμετος, διάρροια
  • Δερματολογικές αντιδράσεις: εξάνθημα, κνίδωση
  • Νευρικό σύστημα: υπνηλία, ζάλη, κεφαλαλγία
  • Αναπνευστικό σύστημα: ξηρότητα του στόματος και του φάρυγγα
  • Σπάνια: αλλεργικές αντιδράσεις

Δοσολογία και χορήγηση

Το SAFAROL σιρόπι περιέχει 7,5mg βουταμιράτης κιτρικής ανά 5ml και διατίθεται σε φιάλη των 200ml. Η συνιστώμενη δοσολογία είναι:

  • Ενήλικες και έφηβοι άνω των 12 ετών: 10-15ml (15-22,5mg) τέσσερις φορές την ημέρα
  • Παιδιά 6-12 ετών: 5-10ml (7,5-15mg) τρεις φορές την ημέρα
  • Παιδιά 3-6 ετών: 5ml (7,5mg) τρεις φορές την ημέρα
  • Παιδιά κάτω των 3 ετών: Μόνο κατόπιν ιατρικής συμβουλής

Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση SAFAROL;

Εάν παραλείψετε μια δόση, πάρτε την αμέσως μόλις το θυμηθείτε, εκτός εάν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη προγραμματισμένη δόση. Σε αυτή την περίπτωση, παραλείψτε τη δόση που ξεχάσατε και συνεχίστε με το κανονικό δοσολογικό σχήμα. Μην διπλασιάζετε τη δόση για να αναπληρώσετε αυτή που παραλείψατε.

Υπερδοσολογία

Σε περίπτωση υπερδοσολογίας μπορεί να παρατηρηθούν:

  • Έντονη υπνηλία
  • Ναυτία και έμετος
  • Διάρροια
  • Σε σοβαρές περιπτώσεις: ταχυκαρδία, διαταραχές της συνείδησης
  • Σε παιδιά έχει αναφερθεί μεθαιμοσφαιριναιμία μετά από υπερβολική κατάποση βουταμιράτης

Η αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας περιλαμβάνει:

  • Πλύση στομάχου εάν η κατάποση είναι πρόσφατη
  • Χορήγηση ενεργού άνθρακα
  • Συμπτωματική και υποστηρικτική θεραπεία

Αλληλεπιδράσεις

Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου

  • Κατασταλτικά του κεντρικού νευρικού συστήματος: Η ταυτόχρονη χρήση με βενζοδιαζεπίνες, υπνωτικά ή ηρεμιστικά μπορεί να ενισχύσει την κατασταλτική τους δράση.
  • Αντιψυχωσικά φάρμακα: Έχουν αναφερθεί πιθανές αλληλεπιδράσεις με κλοζαπίνη, ρισπεριδόνη, κουετιαπίνη, ολανζαπίνη και ζιπρασιδόνη.
  • Αντιεπιληπτικά: Πιθανή αλληλεπίδραση με καρβαμαζεπίνη.
  • Αλκοόλ: Μπορεί να ενισχύσει την κατασταλτική δράση του φαρμάκου.

Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής

  • Δεν έχουν αναφερθεί σημαντικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ της βουταμιράτης και τροφίμων.
  • Συνιστάται η λήψη του φαρμάκου ανεξάρτητα από τα γεύματα.

Φύλαξη φαρμάκου

  • Φυλάσσετε το SAFAROL σε θερμοκρασία δωματίου (15-25°C).
  • Προστατέψτε το από το άμεσο ηλιακό φως και την υπερβολική θερμότητα.
  • Διατηρήστε το φάρμακο σε μέρος που δεν το φτάνουν τα παιδιά.
  • Μη χρησιμοποιείτε το φάρμακο μετά την ημερομηνία λήξης που αναγράφεται στη συσκευασία.
  • Μετά το άνοιγμα, το σιρόπι μπορεί να διατηρηθεί για έως 6 μήνες.

Ανάλυση Δραστικής Ουσίας

Η δραστική ουσία του SAFAROL είναι η κιτρική βουταμιράτη (butamirate citrate), μια χημική ένωση με μοριακό τύπο C18H29NO5 και μοριακό βάρος 339,43 g/mol. Από χημικής άποψης, ανήκει στην κατηγορία των εστέρων του βουτυρικού οξέος και χαρακτηρίζεται από την παρουσία μιας κεντρικής αμινομάδας που συνδέεται με μια αρωματική ομάδα. Η βουταμιράτη δρα κυρίως στο κεντρικό νευρικό σύστημα επηρεάζοντας τα κέντρα του βήχα στον προμήκη μυελό. Ο μηχανισμός δράσης της περιλαμβάνει την καταστολή του κέντρου του βήχα, χωρίς όμως να αποτελεί παράγωγο οπιοειδών, διατηρώντας έτσι το πλεονέκτημα της απουσίας εθισμού και σοβαρής καταστολής της αναπνευστικής λειτουργίας. Πρόσφατες έρευνες έχουν υποδείξει ότι η βουταμιράτη επιδεικνύει επίσης αξιοσημείωτη αντιοξειδωτική δράση, γεγονός που την καθιστά πολυδύναμο φαρμακευτικό παράγοντα.

Αποτελεσματικότητα

Η θεραπευτική αποτελεσματικότητα του SAFAROL έχει επιβεβαιωθεί μέσω πολλαπλών κλινικών μελετών. Το φάρμακο εμφανίζει ταχεία έναρξη δράσης, με τα πρώτα αποτελέσματα να παρατηρούνται σε διάστημα 15-30 λεπτών μετά τη χορήγηση και η δράση του διαρκεί περίπου 6 ώρες. Η κιτρική βουταμιράτη παρουσιάζει υψηλό ποσοστό επιτυχίας στην καταστολή του ξηρού βήχα, με κλινικές μελέτες να αναφέρουν αποτελεσματικότητα που προσεγγίζει το 78-85% των ασθενών. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η αποτελεσματικότητά της στην περίπτωση του νυχτερινού βήχα, όπου συμβάλλει σημαντικά στη βελτίωση της ποιότητας του ύπνου. Συγκριτικές μελέτες έχουν δείξει ότι η βουταμιράτη υπερτερεί σε σχέση με τα παραδοσιακά αντιβηχικά παρασκευάσματα φυτικής προέλευσης, ενώ παρουσιάζει συγκρίσιμη αποτελεσματικότητα με ορισμένα κωδεϊνούχα σκευάσματα, χωρίς όμως τις παρενέργειες εξάρτησης που σχετίζονται με τα τελευταία.

Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες

Το SAFAROL αποτελεί μια σημαντική θεραπευτική επιλογή για τον έλεγχο του βήχα σε περιπτώσεις όπου άλλα φάρμακα αντενδείκνυνται. Πρόσφατα, η έρευνα έχει στραφεί προς την εξέταση πιθανών νέων εφαρμογών της βουταμιράτης πέραν του αναπνευστικού συστήματος. Συγκεκριμένα, μελέτες διερευνούν τη δυνατότητα αξιοποίησης των αντιοξειδωτικών ιδιοτήτων της βουταμιράτης σε νευροπροστατευτικές εφαρμογές. Παράλληλα, έχουν ανακαλυφθεί αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες της ουσίας, που ενδεχομένως θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε μελλοντικές θεραπευτικές προσεγγίσεις. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η πιθανή αξιοποίηση της βουταμιράτης ως αντι-γλοιωματικού παράγοντα, όπως έχει προταθεί από ερευνητικές ομάδες που μελετούν τη δράση της σε κυτταρικές σειρές γλοιώματος.

Ανάπτυξη ανθεκτικότητας

Δεν έχουν καταγραφεί περιπτώσεις ανάπτυξης ανθεκτικότητας στη βουταμιράτη, καθώς δεν πρόκειται για αντιμικροβιακό παράγοντα. Ωστόσο, έχει παρατηρηθεί ότι σε περιπτώσεις μακροχρόνιας χρήσης, η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου ενδέχεται να μειώνεται, πιθανώς λόγω προσαρμογής των νευρικών κυκλωμάτων του κέντρου του βήχα. Για το λόγο αυτό, συνιστάται η χρήση του SAFAROL για περιορισμένο χρονικό διάστημα, κατά προτίμηση όχι περισσότερο από 7-10 ημέρες χωρίς ιατρική επίβλεψη.

Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες

Οι προκλινικές μελέτες για τη βουταμιράτη έχουν καταδείξει την ασφάλεια του φαρμάκου με χαμηλή οξεία τοξικότητα και απουσία γονοτοξικότητας. Μελέτες σε πειραματόζωα έχουν επιβεβαιώσει τη δράση της στην καταστολή του βήχα, με μηχανισμούς που περιλαμβάνουν την αναστολή των αλγοϋποδοχέων των πνευμονικών απολήξεων του πνευμονογαστρικού νεύρου. Οι κλινικές μελέτες σε ανθρώπους έχουν επικεντρωθεί κυρίως στη θεραπευτική αποτελεσματικότητα έναντι του ξηρού βήχα διαφόρων αιτιολογιών, με τα αποτελέσματα να υποστηρίζουν την ευρεία χρήση του φαρμάκου στην κλινική πράξη. Σε περιπτώσεις κατάποσης υπερβολικών ποσοτήτων κιτρικής βουταμιράτης, έχουν παρατηρηθεί περιστατικά μεθαιμοσφαιριναιμίας, ειδικά σε παιδιατρικούς πληθυσμούς, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για προσεκτική φύλαξη του φαρμάκου μακριά από παιδιά.

Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά

Τα δεδομένα από μετεγκριτικές μελέτες επιβεβαιώνουν το ευνοϊκό προφίλ ασφάλειας του SAFAROL. Σύμφωνα με τα συστήματα φαρμακοεπαγρύπνησης, οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σπάνιες και συνήθως ήπιες. Από φαρμακοκινητική άποψη, η βουταμιράτη απορροφάται ταχέως από τον γαστρεντερικό σωλήνα, επιτυγχάνοντας μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα εντός 1-2 ωρών μετά τη χορήγηση. Η βιοδιαθεσιμότητά της εκτιμάται περίπου στο 65-70%. Η μεταβολική οδός της βουταμιράτης περιλαμβάνει κυρίως ηπατικό μεταβολισμό, με τους μεταβολίτες της να απεκκρίνονται κυρίως μέσω των νεφρών. Ο χρόνος ημίσειας ζωής του φαρμάκου κυμαίνεται μεταξύ 5-7 ωρών, γεγονός που υποστηρίζει το προτεινόμενο δοσολογικό σχήμα των 3-4 δόσεων ημερησίως.

Συγκριτική αποτελεσματικότητα

Συγκριτικές μελέτες έχουν αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα του SAFAROL έναντι άλλων αντιβηχικών παραγόντων. Σε σύγκριση με τη δεξτρομεθορφάνη, η βουταμιράτη φαίνεται να παρουσιάζει παρόμοια αποτελεσματικότητα στον έλεγχο του βήχα, αλλά με λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες από το κεντρικό νευρικό σύστημα. Σε αντίθεση με τα κωδεϊνούχα αντιβηχικά, το SAFAROL δεν προκαλεί σημαντική δυσκοιλιότητα ή υπνηλία, ενώ είναι επίσης απαλλαγμένο από τον κίνδυνο εξάρτησης που χαρακτηρίζει τα οπιοειδή. Τέλος, σε σύγκριση με τα αντιισταμινικά με αντιβηχική δράση, η βουταμιράτη προσφέρει το πλεονέκτημα της μη πρόκλησης ξηροστομίας ή θολερότητας της όρασης, παρενέργειες συχνά συνδεδεμένες με την αντιχολινεργική δράση των αντιισταμινικών.

Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις

Πρόσφατες συστηματικές ανασκοπήσεις που αξιολογούν την αποτελεσματικότητα διαφόρων αντιβηχικών παραγόντων τοποθετούν τη βουταμιράτη μεταξύ των αποτελεσματικών επιλογών για τον ξηρό βήχα. Μια αξιόλογη μελέτη των Kirsten και συνεργατών επισημαίνει επίσης τη σημασία της προσεκτικής παρακολούθησης πιθανών αλληλεπιδράσεων της βουταμιράτης με άλλα φάρμακα, ιδιαίτερα κατηγορίες όπως τα αντιψυχωσικά και αντιεπιληπτικά. Η μετα-ανάλυση δεδομένων από διάφορες κλινικές δοκιμές δείχνει ότι η βουταμιράτη παρουσιάζει στατιστικά σημαντική υπεροχή έναντι του εικονικού φαρμάκου στη μείωση της συχνότητας και έντασης του βήχα, με τον αριθμό των ασθενών που χρειάζεται να θεραπευτούν για να επιτευχθεί ένα θετικό αποτέλεσμα (NNT) να υπολογίζεται περίπου στο 4-5.

Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές

Οι σύγχρονες ερευνητικές προσπάθειες στον τομέα της βουταμιράτης εστιάζουν σε διάφορες κατευθύνσεις. Μια σημαντική περιοχή έρευνας αφορά την ανάπτυξη νέων φαρμακοτεχνικών μορφών, όπως τα δισκία παρατεταμένης αποδέσμευσης και οι φαρμακευτικές παστίλιες, για τη βελτίωση της συμμόρφωσης των ασθενών και την παράταση της θεραπευτικής δράσης. Συμπληρωματικά, διερευνώνται πιθανές νέες θεραπευτικές εφαρμογές της βουταμιράτης πέραν του αναπνευστικού συστήματος, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον τομέα της νευροπροστασίας και των νευροεκφυλιστικών νοσημάτων. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η διερεύνηση της πιθανής αντιδιαβρωτικής δράσης της βουταμιράτης σε μεταλλικές επιφάνειες, μια έρευνα που θα μπορούσε να οδηγήσει σε καινοτόμες βιομηχανικές εφαρμογές ληγμένων φαρμακευτικών σκευασμάτων που περιέχουν την ουσία.

Ιστορία του φαρμάκου

Η βουταμιράτη αναπτύχθηκε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του 1970 στην Ευρώπη, ως αποτέλεσμα της συστηματικής έρευνας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών μη ναρκωτικών αντιβηχικών παραγόντων. Το φάρμακο εισήχθη στην κλινική πράξη αρχικά στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και σταδιακά επεκτάθηκε η χρήση του σε ολόκληρη την ήπειρο. Στην Ελλάδα, η βουταμιράτη εισήχθη στη φαρμακευτική αγορά τη δεκαετία του 1980 και έκτοτε αποτελεί μία από τις πιο δημοφιλείς επιλογές για την αντιμετώπιση του ξηρού βήχα. Τα επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι η χρήση της βουταμιράτης στον ελληνικό πληθυσμό παρουσιάζει εποχικές διακυμάνσεις, με υψηλότερη κατανάλωση κατά τους χειμερινούς μήνες, ακολουθώντας τα πρότυπα εμφάνισης λοιμώξεων του αναπνευστικού.

 

Συνοπτικά για το SAFAROL

Η βουταμιράτη (φάρμακο SAFAROL) αποτελεί μη οπιοειδή αντιβηχικό παράγοντα που δρα κεντρικά στον εγκέφαλο, καταστέλλοντας το αντανακλαστικό του βήχα. Ενδείκνυται κυρίως για την αντιμετώπιση του ξηρού, μη παραγωγικού βήχα διαφόρων αιτιολογιών, συμπεριλαμβανομένου του βήχα από λοιμώξεις του αναπνευστικού. Αντενδείκνυται σε υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, σε παραγωγικό βήχα και σε παιδιά κάτω των 3 ετών χωρίς ιατρική συμβουλή. Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν ήπιες γαστρεντερικές διαταραχές, υπνηλία και αλλεργικές αντιδράσεις. Το προφίλ ασφαλείας του είναι ικανοποιητικό, χωρίς κίνδυνο εξάρτησης ή αναπνευστικής καταστολής που χαρακτηρίζει τα οπιοειδή αντιβηχικά.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Μην παίρνετε ποτέ φάρμακα χωρίς να συμβουλευτείτε γιατρό. Διαβάζετε πάντα το φύλλο οδηγιών του φαρμάκου. Το παρόν άρθρο αναφέρεται στην συγκεκριμένη δραστική ουσία και δεν αντικαθιστά τις οδηγίες του γιατρού ή του φαρμακοποιού σας.

 

Συχνές Ερωτήσεις

Τι είναι το SAFAROL και πώς λειτουργεί;

Το SAFAROL είναι ένα αντιβηχικό φάρμακο με δραστική ουσία τη βουταμιράτη, που δρα απευθείας στο κέντρο του βήχα στον εγκέφαλο. Διαφέρει από άλλα αντιβηχικά καθώς δεν περιέχει οπιοειδή συστατικά, ενώ παράλληλα παρουσιάζει ήπια βρογχοδιασταλτική και αντιχολινεργική δράση. Θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο μετά από ιατρική συμβουλή, ιδιαίτερα αν ο βήχας επιμένει για περισσότερες από 7 ημέρες.

Πότε συνιστάται η λήψη SAFAROL;

Το SAFAROL συνιστάται κυρίως για την αντιμετώπιση του ξηρού, μη παραγωγικού βήχα διαφόρων αιτιολογιών, όπως λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, βρογχίτιδα, ερεθισμός από εισπνεόμενες ουσίες και νυχτερινός βήχας που διαταράσσει τον ύπνο. Δεν ενδείκνυται για βήχα με έκκριση βλέννας. Συμβουλευτείτε γιατρό εάν ο βήχας συνοδεύεται από πυρετό, δύσπνοια ή πόνο στο στήθος.

Ποιες είναι οι πιθανές παρενέργειες της βουταμιράτης (SAFAROL);

Οι συχνότερες παρενέργειες του SAFAROL περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, έμετος, διάρροια), υπνηλία, ζάλη και δερματικές αντιδράσεις. Σπανιότερα μπορεί να εμφανιστούν αλλεργικές αντιδράσεις. Σε περίπτωση εμφάνισης εξανθήματος, δυσκολίας στην αναπνοή ή οιδήματος στο πρόσωπο, πρέπει να διακόψετε τη λήψη και να απευθυνθείτε άμεσα στο γιατρό σας.

Μπορώ να πάρω το σιρόπι SAFAROL κατά την εγκυμοσύνη ή το θηλασμό;

Η χρήση του SAFAROL κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ειδικά στο πρώτο τρίμηνο, δεν συνιστάται εκτός εάν είναι απολύτως απαραίτητο και μόνο κατόπιν ρητής ιατρικής οδηγίας. Επίσης, επειδή δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για την έκκριση της βουταμιράτης στο μητρικό γάλα, η χρήση κατά τη γαλουχία πρέπει να γίνεται με προσοχή. Πάντα συμβουλευτείτε τον γιατρό σας.

Ποια είναι η σωστή δοσολογία του σιροπιού SAFAROL;

Για ενήλικες και εφήβους άνω των 12 ετών, η συνιστώμενη δόση SAFAROL είναι 10-15ml τέσσερις φορές ημερησίως. Για παιδιά 6-12 ετών, 5-10ml τρεις φορές ημερησίως, ενώ για παιδιά 3-6 ετών, 5ml τρεις φορές ημερησίως. Σε παιδιά κάτω των 3 ετών χορηγείται μόνο με ιατρική συμβουλή. Η χορήγηση γίνεται με το ειδικό δοσομετρικό κύπελλο.

Το SAFAROL αλληλεπιδρά με άλλα φάρμακα;

Το SAFAROL μπορεί να αλληλεπιδράσει με άλλα φάρμακα που επηρεάζουν το κεντρικό νευρικό σύστημα. Έχουν αναφερθεί πιθανές αλληλεπιδράσεις με ορισμένα αντιψυχωσικά φάρμακα, αντιεπιληπτικά και το αλκοόλ. Ενημερώστε τον γιατρό σας για όλα τα φάρμακα που λαμβάνετε, συμπεριλαμβανομένων των μη συνταγογραφούμενων και των συμπληρωμάτων διατροφής, πριν ξεκινήσετε τη θεραπεία.

Τι πρέπει να κάνω σε περίπτωση υπερδοσολογίας SAFAROL;

Σε περίπτωση υπερδοσολογίας του SAFAROL, μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα όπως έντονη υπνηλία, ναυτία, έμετος, διάρροια και σε σοβαρές περιπτώσεις, διαταραχές του καρδιακού ρυθμού ή της συνείδησης. Στα παιδιά έχει αναφερθεί μεθαιμοσφαιριναιμία. Αναζητήστε άμεσα ιατρική βοήθεια ή επικοινωνήστε με το κέντρο δηλητηριάσεων. Μη χορηγείτε άλλα φάρμακα χωρίς ιατρική συμβουλή.

 

Βιβλιογραφία

  • Al-Ghaban, AMH, Abdullah, HA, Anaee, RA. (2024). Expired butamirate drug as eco-friendly corrosion inhibitor for aluminum in seawater: Experimental and theoretical studies. Journal of Engineering Sciences, 2024.
  • Kao, CC, Hu, SW, Fan, HC. (2023). Butamirate citrate associated methemoglobinemia. Tungs’ Medical Journal, 2023.
  • Kirsten, C, Johan, D, De Hert, M. The epidemiology and phenomenology of non-antipsychotic-induced dystonia: a hybrid systematic-narrative review. European Psychiatry.
  • Lee, SJ, Yeom, SY, Lee, JY, Park, C. (2021). Application of the antitussive agents oxelaidin and butamirate as anti-glioma agents. Scientific Reports, 2021.
  • Parmar, SA, Godela, R, Lucas, S. (2024). Development of butamirate citrate medicated lozenges. Cellular Archives, 2024.

Zeen is a next generation WordPress theme. It’s powerful, beautifully designed and comes with everything you need to engage your visitors and increase conversions.