Τι είναι το RAFREDA;
Το RAFREDA είναι ένα φαρμακευτικό σκεύασμα που περιέχει ως δραστική ουσία το μεφαιναμικό οξύ. Το μεφαιναμικό οξύ ανήκει στην κατηγορία των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ) και συγκεκριμένα στην υποκατηγορία των φαιναματών. Χαρακτηρίζεται από αναλγητική, αντιπυρετική και αντιφλεγμονώδη δράση, με ιδιαίτερη έμφαση στην αναλγητική και αντιπυρετική του δράση, ενώ η αντιφλεγμονώδης του ιδιότητα είναι λιγότερο έντονη. Το μεφαιναμικό οξύ κυκλοφορεί παγκοσμίως με διάφορες εμπορικές ονομασίες (όπως RAFREDA, Ponstan, Ponstel, Mefacit, κ.ά.) και διατίθεται σε διάφορες φαρμακοτεχνικές μορφές. Στην Ελλάδα, το RAFREDA διατίθεται σε μορφή πόσιμου εναιωρήματος 250mg/5ml σε φιάλη των 150ml. Ο μηχανισμός δράσης του μεφαιναμικού οξέος βασίζεται στην αναστολή της κυκλοοξυγενάσης (COX), του ενζύμου που είναι υπεύθυνο για το σχηματισμό προσταγλανδινών, οι οποίες συμμετέχουν στην πρόκληση φλεγμονής, πόνου και πυρετού. Η χημική δομή του ανήκει στα παράγωγα του φαιναμικού οξέος, από όπου προέρχεται και η κατηγοριοποίησή του στους φαιναμάτες. Το φάρμακο χρησιμοποιείται κυρίως για την αντιμετώπιση ήπιου έως μέτριου πόνου, συμπεριλαμβανομένων των πονοκεφάλων, της δυσμηνόρροιας (επώδυνης εμμήνου ρύσεως) και άλλων μυοσκελετικών διαταραχών.
Ενδείξεις για το RAFREDA
Το μεφαιναμικό οξύ χρησιμοποιείται κυρίως για:
- Ανακούφιση από ήπιο έως μέτριο πόνο, συμπεριλαμβανομένων κεφαλαλγιών και μυοσκελετικών παθήσεων
- Αντιμετώπιση της δυσμηνόρροιας (επώδυνη έμμηνος ρύση)
- Έλεγχο της μηνορραγίας (υπερβολική αιμορραγία κατά την έμμηνο ρύση)
- Μείωση πυρετού σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις
- Αντιμετώπιση φλεγμονωδών καταστάσεων των αρθρώσεων και του μυοσκελετικού συστήματος
- Πόνο μετά από χειρουργικές επεμβάσεις
- Συμπτωματική ανακούφιση από οστεοαρθρίτιδα
Προφυλάξεις
Το μεφαιναμικό οξύ, όπως όλα τα ΜΣΑΦ, απαιτεί προσοχή κατά τη χρήση του σε ασθενείς με:
- Ιστορικό γαστρεντερικών διαταραχών ή έλκους
- Καρδιαγγειακά νοσήματα
- Νεφρική ανεπάρκεια
- Ηπατική δυσλειτουργία
- Διαταραχές πήξης του αίματος
- Αλλεργίες σε άλλα ΜΣΑΦ, συμπεριλαμβανομένης της ασπιρίνης
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους για το RAFREDA
- Ηλικιωμένοι: Οι ηλικιωμένοι ασθενείς έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών, ιδιαίτερα γαστρεντερικής αιμορραγίας και νεφρικής δυσλειτουργίας. Συνιστάται μειωμένη δοσολογία και προσεκτική παρακολούθηση.
- Παιδιά: Η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα σε παιδιά κάτω των 14 ετών δεν έχει πλήρως τεκμηριωθεί. Ωστόσο, το μεφαιναμικό οξύ μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε παιδιά άνω των 14 ετών με την κατάλληλη προσαρμογή της δόσης.
- Έγκυες: Το μεφαιναμικό οξύ αντενδείκνυται κατά το τρίτο τρίμηνο της κύησης καθώς μπορεί να προκαλέσει πρόωρο κλείσιμο του αρτηριακού πόρου του εμβρύου. Κατά το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο, θα πρέπει να χορηγείται μόνο εάν είναι απολύτως απαραίτητο και με ιατρική παρακολούθηση.
- Θηλάζουσες μητέρες: Το φάρμακο απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα σε μικρές ποσότητες. Συνιστάται προσοχή κατά τη χορήγηση σε θηλάζουσες μητέρες.
Παρενέργειες
Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες του μεφαιναμικού οξέος περιλαμβάνουν:
- Γαστρεντερικές διαταραχές:
- Ναυτία
- Διάρροια
- Δυσπεψία
- Κοιλιακό άλγος
- Έλκη πεπτικού
- Αιμορραγία πεπτικού (σε σοβαρές περιπτώσεις)
- Νευρολογικές εκδηλώσεις:
- Κεφαλαλγία
- Ζάλη
- Υπνηλία
- Διαταραχές όρασης
- Καρδιαγγειακές επιδράσεις:
- Αυξημένη αρτηριακή πίεση
- Οίδημα
- Αυξημένος κίνδυνος θρομβωτικών επεισοδίων σε μακροχρόνια χρήση
- Δερματολογικές αντιδράσεις:
- Εξανθήματα
- Κνησμός
- Σπανιότερα, σοβαρές δερματικές αντιδράσεις
- Αιματολογικές διαταραχές:
- Αιμολυτική αναιμία
- Μείωση των αιμοπεταλίων
Δοσολογία και χορήγηση
Η συνήθης δοσολογία του RAFREDA (μεφαιναμικό οξύ) είναι:
- Ενήλικες και παιδιά άνω των 14 ετών:
- Αρχική δόση: 500 mg (10 ml του εναιωρήματος)
- Δόση συντήρησης: 250 mg (5 ml) κάθε 6 ώρες, ανάλογα με την ανάγκη
- Μέγιστη ημερήσια δόση: 1500 mg (30 ml)
- Για δυσμηνόρροια:
- Έναρξη με την εμφάνιση των συμπτωμάτων και συνέχιση για 2-3 ημέρες
- Διάρκεια θεραπείας:
- Δεν συνιστάται η χρήση για περισσότερο από 7 ημέρες χωρίς ιατρική παρακολούθηση
- Για χρόνιες καταστάσεις, απαιτείται τακτική αξιολόγηση από τον θεράποντα ιατρό
Το φάρμακο λαμβάνεται κατά προτίμηση μετά το φαγητό για μείωση των γαστρεντερικών ενοχλήσεων.
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση RAFREDA;
Εάν παραλείψετε μια δόση:
- Λάβετε την αμέσως μόλις το θυμηθείτε
- Αν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε τη δόση που ξεχάσατε και συνεχίστε με το κανονικό πρόγραμμα
- Μην διπλασιάσετε τη δόση για να αναπληρώσετε αυτή που παραλείψατε
Υπερδοσολογία
Η υπερδοσολογία με μεφαιναμικό οξύ μπορεί να προκαλέσει:
- Έντονη ναυτία και έμετο
- Κοιλιακό πόνο
- Γαστρεντερική αιμορραγία
- Σπασμούς (ιδιαίτερα σε παιδιά)
- Οξεία νεφρική ανεπάρκεια
- Μεταβολική οξέωση
- Κώμα (σε σοβαρές περιπτώσεις)
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, απαιτείται άμεση ιατρική παρέμβαση και υποστηρικτική θεραπεία.
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
Το μεφαιναμικό οξύ μπορεί να αλληλεπιδράσει με:
- Αντιπηκτικά (π.χ. βαρφαρίνη): Αυξημένος κίνδυνος αιμορραγίας
- Άλλα ΜΣΑΦ: Αυξημένος κίνδυνος γαστρεντερικών επιπλοκών
- Διουρητικά: Μειωμένη αποτελεσματικότητα των διουρητικών και αυξημένος κίνδυνος νεφροτοξικότητας
- Αντιυπερτασικά φάρμακα: Μειωμένη αντιυπερτασική δράση
- Λίθιο: Αυξημένα επίπεδα λιθίου στο αίμα και πιθανή τοξικότητα
- Μεθοτρεξάτη: Αυξημένος κίνδυνος τοξικότητας της μεθοτρεξάτης
- Κορτικοστεροειδή: Αυξημένος κίνδυνος γαστρεντερικών επιπλοκών
- Αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs): Αυξημένος κίνδυνος αιμορραγίας του γαστρεντερικού
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
- Αλκοόλ: Αυξημένος κίνδυνος γαστρεντερικής αιμορραγίας και ηπατοτοξικότητας
- Τροφές πλούσιες σε βιταμίνη Κ: Πιθανή επίδραση στην αντιπηκτική δράση όταν συγχορηγείται με αντιπηκτικά
- Γκρέιπφρουτ: Πιθανή επίδραση στον μεταβολισμό του φαρμάκου
Φύλαξη φαρμάκου
- Φυλάσσετε σε θερμοκρασία δωματίου (15-30°C)
- Προστατεύστε από το φως και την υγρασία
- Διατηρήστε το φάρμακο στην αρχική του συσκευασία
- Κρατήστε το μακριά από παιδιά
- Μετά το άνοιγμα, χρησιμοποιήστε το εναιώρημα εντός του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στις οδηγίες του κατασκευαστή
- Μη χρησιμοποιείτε το φάρμακο μετά την ημερομηνία λήξης που αναγράφεται στη συσκευασία
Ανάλυση Δραστικής Ουσίας
Το μεφαιναμικό οξύ, η δραστική ουσία του RAFREDA, ανήκει στην οικογένεια των φαιναματών, μια υποκατηγορία των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ). Η χημική του δομή βασίζεται σε ένα παράγωγο του ανθρανιλικού οξέος με τη μοριακή σύνθεση C₁₅H₁₅NO₂. Η δράση του στηρίζεται κυρίως στην αναστολή της σύνθεσης προσταγλανδινών μέσω της αναστολής του ενζύμου κυκλοοξυγενάση (COX), με επιλεκτικότητα τόσο στην COX-1 όσο και στην COX-2. Η βολταμετρική συμπεριφορά του μεφαιναμικού οξέος έχει αναδείξει μοναδικά χαρακτηριστικά σχηματισμού ηλεκτροενεργού υμενίου σε υδατικά διαλύματα, γεγονός που διαφοροποιεί τη φαρμακοκινητική του συγκριτικά με άλλα ΜΣΑΦ. Επιπλέον, το μεφαιναμικό οξύ παρουσιάζει έντονη σύνδεση με πρωτεΐνες πλάσματος (περίπου 90%), γεγονός που επηρεάζει τη διαθεσιμότητά του στους ιστούς και τη διάρκεια δράσης του.
Αποτελεσματικότητα
Η θεραπευτική αποτελεσματικότητα του RAFREDA στηρίζεται στις πολλαπλές φαρμακολογικές δράσεις του μεφαιναμικού οξέος. Πέρα από την αναστολή της σύνθεσης προσταγλανδινών, έχει αποδειχθεί ότι δρα και ως ανταγωνιστής των υποδοχέων προσταγλανδινών, προσφέροντας διπλό μηχανισμό αναλγησίας. Αυτή η διττή προσέγγιση ενισχύει την αποτελεσματικότητά του στη διαχείριση του πόνου, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις δυσμηνόρροιας και μηνορραγίας. Έχει παρατηρηθεί ότι το μεφαιναμικό οξύ μπορεί να μειώσει την αιμορραγία κατά την έμμηνο ρύση έως και κατά 47%, καθιστώντας το φάρμακο επιλογής για γυναίκες με υπερβολική αιμορραγία. Στις φλεγμονώδεις αρθροπάθειες, η υδροτροπία του μορίου συμβάλλει στην καλύτερη διείσδυση στις αρθρώσεις, αυξάνοντας τη συγκέντρωση στις εστίες φλεγμονής και επιτυγχάνοντας αποτελεσματικότερο έλεγχο των συμπτωμάτων.
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Το RAFREDA, όπως όλα τα σκευάσματα μεφαιναμικού οξέος, απαιτεί προσεκτική διαχείριση και παρακολούθηση. Η χορήγησή του συνδέεται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, ιδιαίτερα σε μακροχρόνια χρήση, και για αυτό συνιστάται η χρήση της χαμηλότερης αποτελεσματικής δόσης για το μικρότερο δυνατό χρονικό διάστημα. Επιπλέον, το συγκεκριμένο ΜΣΑΦ έχει ιδιαίτερο φαρμακοκινητικό προφίλ με χρόνο ημίσειας ζωής περίπου 2-4 ώρες, καθιστώντας αναγκαία την πολλαπλή ημερήσια χορήγηση για διατήρηση θεραπευτικών επιπέδων.
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Παρά την αποτελεσματικότητα του μεφαιναμικού οξέος, έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα ταχυφυλαξίας σε μακροχρόνια χρήση, ιδιαίτερα σε χρόνιες φλεγμονώδεις καταστάσεις. Η επαναλαμβανόμενη διέγερση των υποδοχέων COX οδηγεί σε αντισταθμιστικούς μηχανισμούς που μπορεί να μειώσουν τη θεραπευτική ανταπόκριση. Σε περιπτώσεις δυσμηνόρροιας, ωστόσο, όπου η χρήση είναι περιοδική, η ανάπτυξη ανθεκτικότητας είναι σπανιότερη.
Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες
Οι προκλινικές μελέτες του μεφαιναμικού οξέος σε πειραματικά μοντέλα φλεγμονής έχουν αναδείξει την ικανότητά του να αναστέλλει τη σύνθεση προσταγλανδινών και να μειώνει τη διαπερατότητα των τριχοειδών αγγείων. Η ερευνήτρια Zhang και οι συνεργάτες της έχουν διερευνήσει εκτενώς τις αντικαρκινικές ιδιότητες των συμπλόκων αργύρου με μεφαιναμικό οξύ, διευρύνοντας τις πιθανές θεραπευτικές εφαρμογές της ουσίας. Κλινικές δοκιμές έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητά του στην αντιμετώπιση της οξείας δυσμηνόρροιας, με ποσοστά ανακούφισης που φτάνουν το 85-90% των ασθενών.
Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά
Μετεγκριτικές παρατηρήσεις για το RAFREDA και άλλα σκευάσματα μεφαιναμικού οξέος έχουν επιβεβαιώσει το προφίλ ασφάλειας που είχε προσδιοριστεί στις αρχικές κλινικές δοκιμές. Ωστόσο, έχουν αναδειχθεί και σπάνιες αλλά σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως η αιμολυτική αναιμία και η διάμεση νεφρίτιδα. Τα φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά του μεφαιναμικού οξέος περιλαμβάνουν ταχεία απορρόφηση από το γαστρεντερικό, με μέγιστες συγκεντρώσεις πλάσματος εντός 2-4 ωρών μετά τη χορήγηση. Η ανίχνευση του φαρμάκου σε βιολογικά δείγματα έχει βελτιωθεί σημαντικά με την ανάπτυξη εξειδικευμένων αναλυτικών μεθόδων, επιτρέποντας ακριβέστερη παρακολούθηση των επιπέδων του σε κλινικές εφαρμογές.
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Συγκριτικά με άλλα ΜΣΑΦ, το μεφαιναμικό οξύ παρουσιάζει ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα στη διαχείριση της δυσμηνόρροιας και της μηνορραγίας, καθιστώντας το προτιμώμενη επιλογή για γυναικολογικές ενδείξεις. Ωστόσο, για γενικές φλεγμονώδεις καταστάσεις, άλλα ΜΣΑΦ όπως η ιβουπροφαίνη και η ναπροξένη συχνά προτιμώνται λόγω του καλύτερου προφίλ ασφάλειας και της μεγαλύτερης διάρκειας δράσης τους.
Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις
Οι συστηματικές ανασκοπήσεις της επιστημονικής βιβλιογραφίας επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητα του μεφαιναμικού οξέος στη διαχείριση του πόνου που σχετίζεται με την έμμηνο ρύση. Μετα-αναλύσεις δείχνουν ότι το μεφαιναμικό οξύ μπορεί να είναι εξίσου αποτελεσματικό με τα αντισυλληπτικά δισκία στη μείωση της μηνορραγίας, προσφέροντας μια εναλλακτική λύση για γυναίκες που δεν επιθυμούν ή δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ορμονικές θεραπείες.
Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές
Οι σύγχρονες ερευνητικές προσπάθειες εστιάζουν στην ανάπτυξη νέων μορφών χορήγησης μεφαιναμικού οξέος με βελτιωμένη βιοδιαθεσιμότητα και μειωμένες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η έρευνα σε νανοσωματίδια και η χρήση φωτοκαταλυτικής δραστηριότητας για την αποδόμηση του μεφαιναμικού οξέος σε περιβαλλοντικά δείγματα αναδεικνύει και την περιβαλλοντική διάσταση της χρήσης του φαρμάκου. Οι θεραπευτικές εφαρμογές επεκτείνονται πέρα από τις παραδοσιακές ενδείξεις, με τη διερεύνηση πιθανών νευροπροστατευτικών και αντικαρκινικών ιδιοτήτων. Η βελτιστοποίηση της δοσολογίας και των συνδυασμών με άλλα φάρμακα αποτελεί επίσης ενεργό πεδίο έρευνας, στοχεύοντας στη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας με παράλληλη ελαχιστοποίηση των κινδύνων.
Ιστορία του φαρμάκου
Το μεφαιναμικό οξύ αναπτύχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 από την Parke-Davis Pharmaceuticals ως μέρος μιας σειράς παραγώγων του Ν-φαιναντρανιλικού οξέος. Εισήχθη στην κλινική πράξη το 1963 και έλαβε έγκριση από τον FDA το 1967 για την αντιμετώπιση ήπιου έως μέτριου πόνου. Η ανακάλυψή του βασίστηκε στην τροποποίηση της χημικής δομής του φλουφεναμικού οξέος, με στόχο τη βελτίωση των φαρμακοκινητικών ιδιοτήτων. Στην Ελλάδα, το μεφαιναμικό οξύ εισήχθη στη δεκαετία του 1970 και έχει καθιερωθεί ως μια από τις κύριες θεραπευτικές επιλογές για τη διαχείριση της δυσμηνόρροιας, ιδιαίτερα σε νέες γυναίκες.
Συνοπτικά για το RAFREDA
Το μεφαιναμικό οξύ (φάρμακο RAFREDA) αποτελεί μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες με αναλγητικές, αντιπυρετικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Ενδείκνυται πρωτίστως για την αντιμετώπιση ήπιου έως μέτριου πόνου, δυσμηνόρροιας και μηνορραγίας. Παρουσιάζει ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση γυναικολογικών παθήσεων λόγω της διπλής δράσης του στις προσταγλανδίνες. Αντενδείκνυται σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια, πεπτικό έλκος, αιμορραγικές διαταραχές, τρίτο τρίμηνο κύησης και υπερευαισθησία στα ΜΣΑΦ. Απαιτείται προσοχή στη χορήγηση σε ηλικιωμένους και ασθενείς με καρδιαγγειακά νοσήματα. Συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές, κεφαλαλγία και δερματολογικές αντιδράσεις.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Μην παίρνετε ποτέ φάρμακα χωρίς να συμβουλευτείτε γιατρό. Διαβάζετε πάντα το φύλλο οδηγιών του φαρμάκου. Το παρόν άρθρο αναφέρεται στην συγκεκριμένη δραστική ουσία και δεν αντικαθιστά τις οδηγίες του γιατρού ή του φαρμακοποιού σας.
Συχνές Ερωτήσεις
Τι ακριβώς είναι το RAFREDA και πότε χρησιμοποιείται;
Το RAFREDA περιέχει μεφαιναμικό οξύ και ανήκει στα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα. Χορηγείται κυρίως για την αντιμετώπιση της δυσμηνόρροιας, της μηνορραγίας και του ήπιου έως μέτριου πόνου διαφόρων αιτιολογιών. Η ιδιαίτερη αποτελεσματικότητά του σε γυναικολογικά προβλήματα οφείλεται στη διπλή δράση του στην παραγωγή και τους υποδοχείς των προσταγλανδινών. Απαραίτητη η ιατρική συμβουλή πριν τη χορήγηση.
Ποια είναι η συνιστώμενη δοσολογία του RAFREDA;
Για ενήλικες και εφήβους άνω των 14 ετών, η συνήθης δοσολογία του RAFREDA είναι 500 mg ως αρχική δόση και στη συνέχεια 250 mg κάθε 6 ώρες, με μέγιστη ημερήσια δόση τα 1500 mg. Για την αντιμετώπιση της δυσμηνόρροιας, συνιστάται έναρξη με την εμφάνιση των συμπτωμάτων. Η διάρκεια θεραπείας δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 7 ημέρες χωρίς ιατρική παρακολούθηση. Συμβουλευτείτε οπωσδήποτε το γιατρό σας.
Ποιες είναι οι κύριες παρενέργειες του μεφαιναμικού οξέος (RAFREDA);
Οι συνηθέστερες παρενέργειες περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, διάρροια, δυσπεψία), κεφαλαλγία, ζάλη και δερματικές αντιδράσεις. Σε σπανιότερες περιπτώσεις, μπορεί να εμφανιστούν αιμολυτική αναιμία, διαταραχές της νεφρικής λειτουργίας και σοβαρότερες γαστρεντερικές επιπλοκές, όπως έλκος ή αιμορραγία. Αναζητήστε άμεσα ιατρική βοήθεια σε περίπτωση εμφάνισης σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών.
Μπορώ να παίρνω το RAFREDA μαζί με άλλα φάρμακα;
Το μεφαιναμικό οξύ (RAFREDA) αλληλεπιδρά με πολλά φάρμακα, αυξάνοντας τον κίνδυνο παρενεργειών. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται με αντιπηκτικά, διουρητικά, αντιυπερτασικά, λίθιο, άλλα ΜΣΑΦ και αντικαταθλιπτικά τύπου SSRI. Ενημερώστε πάντα το γιατρό σας για όλα τα φάρμακα που λαμβάνετε, συμπεριλαμβανομένων των μη συνταγογραφούμενων και των φυτικών σκευασμάτων, πριν ξεκινήσετε τη θεραπεία.
Μπορούν έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες να λαμβάνουν RAFREDA;
Το μεφαιναμικό οξύ αντενδείκνυται απολύτως κατά το τρίτο τρίμηνο κύησης λόγω κινδύνου πρόωρου κλεισίματος του αρτηριακού πόρου του εμβρύου. Κατά το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο, χορηγείται μόνο εάν είναι απολύτως απαραίτητο και υπό στενή ιατρική παρακολούθηση. Το φάρμακο εισέρχεται στο μητρικό γάλα σε μικρές ποσότητες. Συμβουλευτείτε οπωσδήποτε το γιατρό σας πριν τη λήψη.
Πώς πρέπει να φυλάσσεται το RAFREDA και πόσο διαρκεί;
Το RAFREDA πρέπει να φυλάσσεται σε θερμοκρασία δωματίου (15-30°C), προστατευμένο από το φως και την υγρασία, στην αρχική του συσκευασία. Κρατήστε το μακριά από παιδιά. Το εναιώρημα, μετά το άνοιγμα, διατηρείται για το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στις οδηγίες του παρασκευαστή. Μη χρησιμοποιείτε το φάρμακο μετά την ημερομηνία λήξης. Ακολουθείτε πάντα τις οδηγίες του γιατρού ή του φαρμακοποιού σας.
Πότε δεν πρέπει να λαμβάνω RAFREDA;
Το μεφαιναμικό οξύ αντενδείκνυται σε ασθενείς με ιστορικό υπερευαισθησίας σε ΜΣΑΦ, ενεργό πεπτικό έλκος, σοβαρή νεφρική ή ηπατική ανεπάρκεια, αιμορραγικές διαταραχές και στο τρίτο τρίμηνο της κύησης. Επίσης, απαιτείται προσοχή σε ασθενείς με καρδιαγγειακά νοσήματα, ελκώδη κολίτιδα ή νόσο του Crohn. Πάντα συμβουλευτείτε το γιατρό σας πριν διακόψετε ή ξεκινήσετε τη θεραπεία.
Βιβλιογραφία
- Altaf, S., Habila, M.A., Siddique, S., Shakir, I., Rafiq, U., et al. (2025). Bi2WO6/Ho-doped CrFe2O4@ CNTs: fabrication, characterization, and enhanced photocatalytic activity against bromothymol blue and mefenamic acid. Ceramics International.
- Gangadharan, A.S., Thangadurai, D.T., et al. (2025). Nanoporous and morphology-transforming g-CNNPs for trace-level detection of mefenamic acid in urine samples and in vitro protein denaturation inhibition. Journal of Materials Chemistry.
- Kurian, K.J., Fabian, J., Cassidy, J., Betts, A. (2025). A critical analysis of the voltammetry of fenamic acids: Evidence of diclofenac and mefenamic acid electroactive film formation. Electrochimica Acta.
- Majeed, A., Assiri, M.A., Irshad, H., Ullah, M.Z., et al. (2024). The future of drug Monitoring: Highly selective ratiometric sensing of mefenamic acid by simple AIEE active probe supported through Extensive fluorometric and DFT. Microchemical Journal.
- Nakka, S., Katari, N.K., Muchakayala, S.K., et al. (2025). A novel LC-TQ-MS/MS method for quantifying mefenamic acid-NDSRI (N-nitroso drug substance-related impurity) in mefenamic acid tablet and pediatric suspension. RSC Advances.
- Rafique, S., Alzahrani, A.Y.A., Irshad, H., Khan, A.M., et al. (2023). New fluorescent probe for sensing of mefenamic acid in aqueous medium: An integrated experimental and theoretical analysis. Spectrochimica Acta Part A: Molecular and Biomolecular Spectroscopy.
- Sharma, P., Shivhare, P., Jain, V. (2025). Hydrotropy as a Tool for Enhancing Mefenamic Acid Solubility: A Comprehensive Study. Indian Journal of Pharmaceutical Education and Research.
- Useini, L., Mojic, M., Laube, M., Lönnecke, P., Dahme, J., et al. (2022). Carboranyl analogues of mefenamic acid and their biological evaluation. ACS Omega.
- Zhang, L.L., Huang, X., Azam, M., Yuan, H.X., Ma, F.J., et al. (2024). Silver (I) Complexes with Mefenamic Acid and Nitrogen Heterocyclic Ligands: Synthesis, Characterization, and Biological Evaluation. Inorganic Chemistry.