Τι είναι το RADACEF;
Το RADACEF είναι ένα φαρμακευτικό σκεύασμα που περιέχει την ενεργή ουσία κεφορανίδη (ceforanide), μια ημισυνθετική κεφαλοσπορίνη δεύτερης γενιάς για παρεντερική χρήση. Η κεφορανίδη ανήκει στην ευρύτερη οικογένεια των β-λακταμικών αντιβιοτικών και χαρακτηρίζεται από το ευρύ φάσμα δράσης της εναντίον πολλών παθογόνων μικροοργανισμών. Κυκλοφορεί με διάφορες εμπορικές ονομασίες σε πολλές χώρες του κόσμου, με το RADACEF να είναι το κύριο σκεύασμα στην Ελλάδα, όπου διατίθεται από τη Vianex A.E. Ο μηχανισμός δράσης της κεφορανίδης βασίζεται στην αναστολή της σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος των βακτηρίων, με αποτέλεσμα την καταστροφή τους. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της είναι η υψηλή σταθερότητα που παρουσιάζει έναντι των β-λακταμασών, ενζύμων που παράγονται από ορισμένα βακτήρια και τα οποία συχνά ευθύνονται για την αντιβακτηριακή δράση των αντιβιοτικών αυτής της κατηγορίας. Χημικά, η κεφορανίδη (8M1YF8951V) παρουσιάζει τη χαρακτηριστική δομή των κεφαλοσπορινών με τον β-λακταμικό δακτύλιο που είναι κρίσιμος για τη δράση της. Χρησιμοποιείται κυρίως για την αντιμετώπιση σοβαρών λοιμώξεων που προκαλούνται από ευαίσθητα σε αυτήν βακτήρια, και διατίθεται στην Ελλάδα ως ενέσιμο σκεύασμα με εθνική άδεια κυκλοφορίας από τον ΕΟΦ.
Ενδείξεις για το RADACEF
- Λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος (πνευμονία, βρογχίτιδα)
- Λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος (κυστίτιδα, πυελονεφρίτιδα)
- Λοιμώξεις δέρματος και μαλακών μορίων
- Λοιμώξεις των οστών και των αρθρώσεων
- Σηψαιμία και βακτηριαιμία
- Προφύλαξη από μετεγχειρητικές λοιμώξεις, ιδιαίτερα σε ορθοπεδικές επεμβάσεις όπως η αρθροσκοπική αποκατάσταση του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου (Banios)
- Γυναικολογικές λοιμώξεις (ενδομητρίτιδα, πυελική φλεγμονώδης νόσος)
Προφυλάξεις
- Το RADACEF πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε άτομα με ιστορικό αλλεργίας, ιδιαίτερα σε πενικιλίνες ή άλλες κεφαλοσπορίνες
- Απαιτείται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια
- Σε περίπτωση παρατεταμένης χρήσης, υπάρχει κίνδυνος ανάπτυξης ανθεκτικών μικροοργανισμών
- Πιθανότητα διασταυρούμενης αλλεργίας με άλλα β-λακταμικά αντιβιοτικά
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους για το RADACEF
- Ηλικιωμένοι: Απαιτείται προσαρμογή της δόσης λόγω πιθανής μειωμένης νεφρικής λειτουργίας. Συνιστάται συχνός έλεγχος της νεφρικής λειτουργίας κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
- Παιδιά: Η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα σε παιδιά δεν έχει τεκμηριωθεί πλήρως. Η χορήγηση πρέπει να γίνεται με προσοχή και μόνο όταν τα αναμενόμενα οφέλη υπερτερούν των πιθανών κινδύνων.
- Έγκυες: Ανήκει στην κατηγορία Β κατά FDA. Δεν υπάρχουν επαρκείς μελέτες σε έγκυες γυναίκες. Πρέπει να χορηγείται μόνο εάν είναι σαφώς απαραίτητο και κατόπιν αξιολόγησης της θεραπευτικής ένδειξης από τον θεράποντα ιατρό (Banerjee).
- Θηλάζουσες: Η κεφορανίδη εκκρίνεται στο μητρικό γάλα σε μικρές ποσότητες. Συνιστάται προσοχή κατά τη χορήγηση σε γυναίκες που θηλάζουν.
Παρενέργειες
- Συχνές:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, έμετος, διάρροια)
- Τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης (πόνος, ερυθρότητα)
- Παροδική αύξηση των ηπατικών ενζύμων
- Λιγότερο συχνές:
- Αλλεργικές αντιδράσεις (εξάνθημα, κνησμός)
- Ηωσινοφιλία
- Θρομβοφλεβίτιδα σε περίπτωση ενδοφλέβιας χορήγησης
- Σπάνιες:
- Σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις (αναφυλαξία)
- Νεφροτοξικότητα
- Αιματολογικές διαταραχές (ουδετεροπενία, θρομβοπενία)
- Ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα
- Διαταραχές του κεντρικού νευρικού συστήματος (σπασμοί, ιδιαίτερα σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια)
Δοσολογία και χορήγηση
- Ενήλικες και έφηβοι:
- Συνήθης δόση: 1-2g κάθε 12 ώρες
- Σοβαρές λοιμώξεις: 2g κάθε 12 ώρες
- Χειρουργική προφύλαξη: 2g 30-60 λεπτά πριν την επέμβαση και προαιρετικά 2g 12 ώρες μετά
- Ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια:
- Κάθαρση κρεατινίνης 10-50 ml/min: 1-2g κάθε 12-24 ώρες
- Κάθαρση κρεατινίνης <10 ml/min: 1-2g κάθε 24-48 ώρες
- Τρόπος χορήγησης:
- Ενδομυϊκά ή ενδοφλέβια (αργή έγχυση ή στάγδην έγχυση)
- Η ανασύσταση του φαρμάκου πρέπει να γίνεται με τον παρεχόμενο διαλύτη
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση RADACEF;
- Εάν παραλείψετε μια δόση, χορηγήστε την αμέσως μόλις το θυμηθείτε
- Αν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε τη δόση που χάθηκε και συνεχίστε με το κανονικό πρόγραμμα
- Μην διπλασιάζετε τη δόση για να αναπληρώσετε αυτή που παραλείψατε
- Σε περίπτωση αμφιβολίας, συμβουλευτείτε τον ιατρό ή τον φαρμακοποιό σας
Ανάλυση Δραστικής Ουσίας
Η κεφορανίδη, η δραστική ουσία του RADACEF, διαθέτει έναν μοναδικό β-λακταμικό δακτύλιο που είναι χαρακτηριστικός των κεφαλοσπορινών. Η χημική της δομή προσδίδει εξαιρετική σταθερότητα έναντι των β-λακταμασών, ενζύμων που συχνά αδρανοποιούν παρόμοια αντιβιοτικά. Το μόριο της κεφορανίδης περιλαμβάνει μια πλευρική αλυσίδα που αυξάνει τη διεισδυτικότητά της στα βακτηριακά κύτταρα, ενισχύοντας έτσι την αποτελεσματικότητά της. Η αντιμικροβιακή δράση της οφείλεται στην ικανότητά της να δεσμεύεται ισχυρά με τις πρωτεΐνες σύνδεσης της πενικιλίνης (PBPs), παρεμποδίζοντας τη σύνθεση του πεπτιδογλυκάνης, ενός βασικού συστατικού του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος. Αυτή η διαδικασία οδηγεί σε ωσμωτική αστάθεια και τελικά στη λύση του βακτηριακού κυττάρου.
Αποτελεσματικότητα
Το RADACEF επιδεικνύει εξαιρετική αποτελεσματικότητα έναντι πολλών Gram-θετικών και Gram-αρνητικών βακτηρίων. Είναι ιδιαίτερα δραστικό εναντίον συνήθων παθογόνων του αναπνευστικού και ουροποιητικού συστήματος, όπως ο Streptococcus pneumoniae, ο Haemophilus influenzae και η Escherichia coli. Η κεφορανίδη έχει αποδειχθεί αποτελεσματική και στην αντιμετώπιση λοιμώξεων από Staphylococcus aureus, με εξαίρεση τα στελέχη που είναι ανθεκτικά στη μεθικιλλίνη (MRSA). Στην κλινική πράξη, το RADACEF χρησιμοποιείται συχνά ως προφυλακτική αγωγή πριν από χειρουργικές επεμβάσεις, ιδιαίτερα σε ορθοπεδικές επεμβάσεις, λόγω της καλής διείσδυσής του στους οστικούς ιστούς. Η έρευνα του Banios και των συνεργατών του κατέδειξε την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου στην πρόληψη μετεγχειρητικών λοιμώξεων σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε αρθροσκοπική αποκατάσταση πρόσθιου χιαστού συνδέσμου.
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Η χρήση του RADACEF πρέπει να γίνεται με προσοχή σε περιπτώσεις ασθενών με ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων, ιδιαίτερα σε β-λακταμικά αντιβιοτικά. Το φάρμακο πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με ηπατική ή νεφρική δυσλειτουργία. Πρόσφατα δεδομένα δείχνουν ενδιαφέροντα ευρήματα για πιθανές νέες εφαρμογές της κεφορανίδης, συμπεριλαμβανομένης της δράσης της εναντίον ιογενών λοιμώξεων όπως ο ιός Zika και ο SARS-CoV-2, γεγονός που διευρύνει το θεραπευτικό της φάσμα πέρα από τις παραδοσιακές αντιβακτηριακές εφαρμογές.
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Όπως συμβαίνει με όλα τα αντιβιοτικά, η υπερχρήση ή η ακατάλληλη χρήση της κεφορανίδης μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ανθεκτικών βακτηριακών στελεχών. Οι κύριοι μηχανισμοί ανθεκτικότητας περιλαμβάνουν την παραγωγή εκτεταμένου φάσματος β-λακταμασών (ESBLs), την τροποποίηση των πρωτεϊνών σύνδεσης της πενικιλίνης και τη μειωμένη διαπερατότητα της κυτταρικής μεμβράνης. Για την αποφυγή της ανάπτυξης ανθεκτικότητας, συνιστάται η στοχευμένη χρήση της κεφορανίδης μόνο όταν ενδείκνυται κλινικά, η χορήγηση της σωστής δόσης για το κατάλληλο χρονικό διάστημα και η αποφυγή μη αναγκαίας προφυλακτικής χρήσης.
Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες
Οι προκλινικές μελέτες για το RADACEF περιλαμβάνουν εκτεταμένα πειράματα in vitro και in vivo που έχουν τεκμηριώσει το ευρύ φάσμα αντιβακτηριακής δράσης της κεφορανίδης και τα φαρμακοκινητικά της χαρακτηριστικά. Οι κλινικές δοκιμές φάσης II και III έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του φαρμάκου σε διάφορους τύπους λοιμώξεων. Πρόσφατες φαρμακευτικές εφαρμογές διερευνούν τη δυνατότητα χρήσης της κεφορανίδης ως αναστολέα της μη-δομικής πρωτεΐνης 15 (NSP15) του SARS-CoV-2, ανοίγοντας νέους ορίζοντες για την αντιμετώπιση ιογενών λοιμώξεων (Tang).
Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά
Οι μετεγκριτικές μελέτες του RADACEF έχουν επιβεβαιώσει το προφίλ ασφάλειας που παρατηρήθηκε στις κλινικές δοκιμές, με χαμηλή συχνότητα σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών. Τα φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά της κεφορανίδης περιλαμβάνουν υψηλή σύνδεση με πρωτεΐνες πλάσματος (περίπου 82%), χρόνο ημίσειας ζωής 2-3 ώρες, και κυρίως νεφρική απέκκριση. Η καλή διείσδυση στους ιστούς, συμπεριλαμβανομένων των οστών και του εγκεφαλονωτιαίου υγρού, καθιστά το φάρμακο χρήσιμο για ποικίλες κλινικές καταστάσεις.
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Συγκριτικά με άλλες κεφαλοσπορίνες δεύτερης γενιάς, η κεφορανίδη παρουσιάζει παρόμοια αντιβακτηριακή δράση, αλλά με πλεονεκτήματα όπως ο μεγαλύτερος χρόνος ημίσειας ζωής που επιτρέπει λιγότερες ημερήσιες δόσεις. Σε σύγκριση με τις κεφαλοσπορίνες τρίτης γενιάς, η κεφορανίδη έχει μικρότερο φάσμα δράσης έναντι Gram-αρνητικών βακτηρίων, αλλά μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική έναντι ορισμένων Gram-θετικών παθογόνων. Η επιλογή μεταξύ κεφορανίδης και άλλων αντιβιοτικών εξαρτάται από παράγοντες όπως το υποψήφιο παθογόνο, το πρότυπο τοπικής αντοχής, η κλινική κατάσταση του ασθενούς και το κόστος της θεραπείας.
Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις
Οι συστηματικές ανασκοπήσεις των κλινικών δεδομένων για το RADACEF έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητά του στη θεραπεία ποικίλων λοιμώξεων και την καλή ανοχή του από τους ασθενείς. Μετα-αναλύσεις έχουν δείξει ότι η προφυλακτική χρήση κεφορανίδης μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μετεγχειρητικών λοιμώξεων, ιδιαίτερα σε ορθοπεδικές επεμβάσεις. Τα συγκεντρωτικά δεδομένα υποστηρίζουν τη χρήση του φαρμάκου ως αποτελεσματική επιλογή για εμπειρική αντιβακτηριακή θεραπεία σε πολλές κλινικές καταστάσεις.
Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές
Οι τρέχουσες έρευνες για την κεφορανίδη επικεντρώνονται σε νέες θεραπευτικές εφαρμογές πέρα από την παραδοσιακή αντιβακτηριακή χρήση της. Μια ενδιαφέρουσα κατεύθυνση είναι η πιθανή επαναχρησιμοποίηση της κεφορανίδης ως αντιικού παράγοντα, με έρευνες να δείχνουν υποσχόμενα αποτελέσματα έναντι του ιού Zika και του SARS-CoV-2. Επιπλέον, εξερευνάται η δυνατότητα συνδυασμού της κεφορανίδης με νανοσωματίδια χρυσού για ενισχυμένη αντιμικροβιακή δράση και βελτιωμένη στόχευση. Οι μελλοντικές κατευθύνσεις έρευνας θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την ανάπτυξη νέων μορφών χορήγησης για βελτιωμένη βιοδιαθεσιμότητα και τη διερεύνηση συνεργιστικών συνδυασμών με άλλους αντιμικροβιακούς παράγοντες για την αντιμετώπιση ανθεκτικών στελεχών.
Ιστορία του φαρμάκου
Η κεφορανίδη αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και εγκρίθηκε για κλινική χρήση στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Ανήκει στη δεύτερη γενιά κεφαλοσπορινών, μια κατηγορία αντιβιοτικών που εξελίχθηκε από την αρχική ανακάλυψη της κεφαλοσπορίνης C από τον Giuseppe Brotzu το 1948 σε δείγματα από τις ακτές της Σαρδηνίας. Η ανάπτυξη της κεφορανίδης αποτέλεσε μέρος των προσπαθειών για τη δημιουργία αντιβιοτικών με μεγαλύτερη σταθερότητα έναντι των β-λακταμασών και διευρυμένο φάσμα δράσης. Στην Ελλάδα, η κεφορανίδη έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως για τη θεραπεία σοβαρών λοιμώξεων, ιδιαίτερα σε νοσοκομειακό περιβάλλον. Τα πρότυπα ευαισθησίας στον ελληνικό πληθυσμό έχουν δείξει καλή ανταπόκριση στο φάρμακο, αν και τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αυξανόμενη αντοχή σε ορισμένα βακτηριακά στελέχη.
Συνοπτικά για το RADACEF
Η κεφορανίδη (φάρμακο RADACEF) είναι μια ημισυνθετική κεφαλοσπορίνη δεύτερης γενιάς για παρεντερική χορήγηση. Ενδείκνυται για την αντιμετώπιση λοιμώξεων του αναπνευστικού και ουροποιητικού συστήματος, δέρματος, μαλακών μορίων, οστών και αρθρώσεων. Χρησιμοποιείται επίσης για προφύλαξη από μετεγχειρητικές λοιμώξεις. Αντενδείκνυται σε ασθενείς με ιστορικό αλλεργίας σε β-λακταμικά αντιβιοτικά. Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές, αλλεργικές αντιδράσεις και τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης. Απαιτείται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια. Πρόσφατα, διερευνάται η πιθανή αξιοποίησή της εναντίον ιικών λοιμώξεων.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Μην παίρνετε ποτέ φάρμακα χωρίς να συμβουλευτείτε γιατρό. Διαβάζετε πάντα το φύλλο οδηγιών του φαρμάκου. Το παρόν άρθρο αναφέρεται στην συγκεκριμένη δραστική ουσία και δεν αντικαθιστά τις οδηγίες του γιατρού ή του φαρμακοποιού σας.
Συχνές Ερωτήσεις
Τι είναι το RADACEF και πώς δρα στον οργανισμό;
Το RADACEF περιέχει την ενεργή ουσία κεφορανίδη, μια κεφαλοσπορίνη δεύτερης γενιάς που καταπολεμά βακτηριακές λοιμώξεις. Λειτουργεί αναστέλλοντας τη σύνθεση του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος, προκαλώντας έτσι τη λύση και θανάτωση των βακτηρίων. Παρουσιάζει ιδιαίτερη σταθερότητα έναντι των β-λακταμασών, ενζύμων που συχνά προκαλούν αντοχή στα αντιβιοτικά. Συμβουλευτείτε πάντα τον ιατρό σας για την καταλληλότητα αυτού του φαρμάκου στην περίπτωσή σας.
Για ποιες λοιμώξεις συνταγογραφείται η κεφορανίδη (RADACEF);
Η κεφορανίδη ενδείκνυται για τη θεραπεία σοβαρών λοιμώξεων του αναπνευστικού (πνευμονία, βρογχίτιδα), του ουροποιητικού (πυελονεφρίτιδα, κυστίτιδα), δέρματος και μαλακών μορίων, οστών και αρθρώσεων. Χρησιμοποιείται επίσης για τη θεραπεία της σηψαιμίας και για χειρουργική προφύλαξη, ιδιαίτερα σε ορθοπεδικές επεμβάσεις. Η επιλογή του κατάλληλου αντιβιοτικού πρέπει πάντα να γίνεται από εξειδικευμένο ιατρό.
Πώς χορηγείται το RADACEF και ποια είναι η συνήθης δοσολογία;
Το RADACEF χορηγείται παρεντερικά (ενδομυϊκά ή ενδοφλέβια) και όχι από το στόμα. Η συνήθης δοσολογία για ενήλικες είναι 1-2g κάθε 12 ώρες, ανάλογα με τη σοβαρότητα της λοίμωξης. Για προφυλακτική χορήγηση πριν από χειρουργείο, συνήθως δίνονται 2g 30-60 λεπτά πριν την επέμβαση. Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια απαιτείται προσαρμογή της δόσης. Ακολουθείτε πάντα τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού σας.
Ποιες είναι οι συχνότερες παρενέργειες της θεραπείας με κεφορανίδη;
Οι πιο συχνές παρενέργειες της κεφορανίδης περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, έμετος, διάρροια), τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης και παροδική αύξηση των ηπατικών ενζύμων. Λιγότερο συχνά μπορεί να παρατηρηθούν αλλεργικές αντιδράσεις, ηωσινοφιλία και θρομβοφλεβίτιδα. Αν παρατηρήσετε οποιαδήποτε ανεπιθύμητη ενέργεια κατά τη διάρκεια της θεραπείας, επικοινωνήστε άμεσα με τον ιατρό σας.
Υπάρχουν αλληλεπιδράσεις του RADACEF με άλλα φάρμακα;
Η κεφορανίδη μπορεί να αλληλεπιδράσει με ορισμένα φάρμακα, επηρεάζοντας τη δράση τους ή αυξάνοντας τον κίνδυνο παρενεργειών. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται με αντιπηκτικά φάρμακα, νεφροτοξικά φάρμακα (αμινογλυκοσίδες, βανκομυκίνη) και προβενεσίδη. Ενημερώστε πάντα τον ιατρό σας για όλα τα φάρμακα που λαμβάνετε, συμπεριλαμβανομένων των μη συνταγογραφούμενων και των συμπληρωμάτων διατροφής.
Μπορεί να χορηγηθεί το RADACEF κατά την εγκυμοσύνη ή το θηλασμό;
Η κεφορανίδη ανήκει στην κατηγορία Β κατά FDA για χρήση στην εγκυμοσύνη, που σημαίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκείς μελέτες σε έγκυες γυναίκες. Χορηγείται μόνο όταν το όφελος υπερτερεί του πιθανού κινδύνου. Εκκρίνεται σε μικρές ποσότητες στο μητρικό γάλα, οπότε απαιτείται προσοχή κατά τη χορήγηση σε θηλάζουσες. Είναι απαραίτητη η συμβουλή εξειδικευμένου ιατρού πριν τη λήψη οποιουδήποτε φαρμάκου κατά την εγκυμοσύνη ή το θηλασμό.
Τι πρέπει να γνωρίζω για την ανάπτυξη αντοχής στην κεφορανίδη;
Όπως με όλα τα αντιβιοτικά, η ακατάλληλη χρήση της κεφορανίδης μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ανθεκτικών βακτηριακών στελεχών. Για την αποφυγή αυτού του φαινομένου, είναι σημαντικό να ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του ιατρού σας σχετικά με τη δοσολογία και τη διάρκεια της θεραπείας. Μην διακόπτετε πρόωρα τη θεραπεία ακόμα κι αν αισθάνεστε καλύτερα και μη χρησιμοποιείτε υπολείμματα προηγούμενης θεραπείας χωρίς ιατρική συμβουλή.
Βιβλιογραφία
- Balwierz, R., Biernat, P., Bursy, D., Shanaida, M. (2024). Effect of Adding Gold Nanoparticles on the Anti-Candidal Activity and Release Profile of Itraconazole from Hydrogels. Applied Sciences, 14(23), 11125.
- Banerjee, B., Kaur, M., Sharma, A., Priya, A. (2025). Some commercially available β-lactam antibiotics. In Green Synthesis and Antibiotics.
- Banios, K., Komnos, G.A., Raoulis, V., Bareka, M. (2021). Soaking of autografts with vancomycin is highly effective on preventing postoperative septic arthritis in patients undergoing ACL reconstruction with hamstrings. Knee Surgery, Sports Traumatology, Arthroscopy.
- Shukla, R., Chandra, A., Kumar, A., Kandpal, P. (2023). Repurposing of drugs against methyltransferase as potential Zika virus therapies. Scientific Reports.
- Tang, J., Tsigelny, I., Greenberg, J., Miller, M. (2021). Potential SARS-CoV-2 Nonstructural Protein 15 (NSP15) Inhibitors: Repurposing FDA-Approved Drugs.