Τι είναι το IMODIUM
Το IMODIUM αποτελεί εμπορική ονομασία φαρμακευτικού σκευάσματος που περιέχει ως ενεργό συστατικό την λοπεραμίδη υδροχλωρική (loperamide hydrochloride). Η λοπεραμίδη κατατάσσεται στην θεραπευτική κατηγορία των αντιδιαρροϊκών φαρμάκων, ειδικότερα στα ανασταλτικά της εντερικής κινητικότητας. Χημικά, πρόκειται για παράγωγο της πιπεριδίνης με μοριακό τύπο C29H33ClN2O2. Η φαρμακευτική αυτή ουσία κυκλοφορεί με πολλές εμπορικές ονομασίες σε πολλά μέρη του κόσμου, όπως στην Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδά, Σινγκαπούρη και πολλές άλλες χώρες.
Ο μηχανισμός δράσης της λοπεραμίδης βασίζεται στη σύνδεσή της με τους υποδοχείς των οπιούχων στο εντερικό τοίχωμα. Η δράση αυτή είναι εξαιρετικά αποτελεσματική καθώς αναστέλλει την απελευθέρωση της ακετυλοχολίνης και των προσταγλανδινών (Pippalla και συνεργάτες). Κατά συνέπεια, ελαττώνει την προωθητική περισταλτικότητα του εντέρου, επιμηκύνοντας παράλληλα τον χρόνο διάβασης της τροφής. Επιπρόσθετα, η λοπεραμίδη αυξάνει τον τόνο του σφιγκτήρα του ορθού, μειώνοντας έτσι την ακράτεια και την επείγουσα ανάγκη για κένωση. Η φαρμακοκινητική της ουσίας χαρακτηρίζεται από περιορισμένη διάβαση του αιματοεγκεφαλικού φραγμού, γεγονός που την καθιστά ασφαλή για χρήση χωρίς τις κεντρικές παρενέργειες άλλων οπιούχων.
Ενδείξεις για το IMODIUM
Το IMODIUM ενδείκνυται κυρίως για τη συμπτωματική θεραπεία της οξείας διάρροιας σε ενήλικες και παιδιά άνω των 12 ετών. Χρησιμοποιείται επίσης στη διαχείριση της χρόνιας διάρροιας που συνδέεται με φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, όπως η νόσος του Crohn και η ελκώδης κολίτιδα. Στις προβιοτικές μελέτες φαίνεται ότι η λοπεραμίδη χρησιμοποιείται συχνά για την πρόκληση πειραματικής δυσκοιλιότητας σε ζωικά μοντέλα. Το φάρμακο αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμο σε περιπτώσεις ταξιδιωτικής διάρροιας και σε καταστάσεις όπου απαιτείται γρήγορη αντιμετώπιση των συμπτωμάτων.
Ενδείξεις για το IMODIUM
Η κλινική χρήση του IMODIUM περιλαμβάνει:
- Οξεία διάρροια μη λοιμώδους αιτιολογίας
- Χρόνια διάρροια σε φλεγμονώδη νοσήματα εντέρου
- Ταξιδιωτική διάρροια ως συμπτωματική θεραπεία
- Σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου με κυρίαρχη διάρροια
- Συμπτωματική ανακούφιση σε περιπτώσεις εντερικής δυσλειτουργίας
Προφυλάξεις
Η χορήγηση λοπεραμίδης απαιτεί προσοχή σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία λόγω του μεταβολισμού της ουσίας στο ήπαρ. Αντενδείκνυται σε περιπτώσεις λοιμώδους διάρροιας με πυρετό ή παρουσία αίματος στα κόπρανα.
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους
Ηλικιωμένοι ασθενείς: Απαιτείται προσαρμογή δοσολογίας λόγω μειωμένου μεταβολισμού. Παιδιά: Αντενδείκνυται σε παιδιά κάτω των 2 ετών και απαιτείται προσοχή στις ηλικίες 2-12 ετών. Εγκυμοσύνη: Κατηγορία Β – χρήση μόνο όταν τα οφέλη υπερτερούν των κινδύνων.
Παρενέργειες
Οι κοινότερες παρενέργειες περιλαμβάνουν:
- Γαστρεντερικές: Δυσκοιλιότητα, ναυτία, κοιλιακός πόνος
- Νευρολογικές: Ζάλη, υπνηλία, κεφαλαλγία
- Δερματολογικές: Εξάνθημα, κνησμός
- Σπάνιες: Μεγάλος ειλεός, τοξικό μεγάκολον
Δοσολογία και χορήγηση
Ενήλικες: Αρχική δόση 4mg, ακολουθούμενη από 2mg μετά από κάθε χαλαρή κένωση, μέγιστη ημερήσια δόση 16mg. Παιδιά 9-12 ετών: Αρχική δόση 2mg, μέγιστη ημερήσια δόση 6mg. Το φάρμακο διατίθεται σε μορφή καψακίων, επιγλώσσιων δισκίων και σιροπιού.
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση IMODIUM;
Εφόσον το IMODIUM χορηγείται κατά ανάγκη για τη διάρροια, η παράλειψη δόσης δεν αποτελεί πρόβλημα. Δεν πρέπει να διπλασιάσετε την επόμενη δόση.
Υπερδοσολογία
Η υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει καταστολή του κεντρικού νευρικού συστήματος, αναπνευστική καταστολή και παράλυση του εντέρου. Η αντιμετώπιση περιλαμβάνει χορήγηση ναλοξόνης και υποστηρικτική θεραπεία.
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
- Αναστολείς CYP3A4: Αυξάνουν τις συγκεντρώσεις λοπεραμίδης
- Κινολόνες: Δυνητική αύξηση των επιπέδων του φαρμάκου
- Αντιμυκητιασικά: Μπορεί να επηρεάσουν τον μεταβολισμό
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
Δεν αναφέρονται κλινικά σημαντικές αλληλεπιδράσεις με τρόφιμα. Συνιστάται η αποφυγή αλκοόλ κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Φύλαξη φαρμάκου
- Φύλαξη σε θερμοκρασία δωματίου (15-25°C)
- Προστασία από την υγρασία και το φως
- Μακριά από την εμβέλεια παιδιών
- Μη χρήση μετά την ημερομηνία λήξης
Ανάλυση Δραστικής Ουσίας
Η λοπεραμίδη υδροχλωρική αποτελεί συνθετικό παράγωγο της πιπεριδίνης με εξαιρετικά ειδικές φαρμακοδυναμικές ιδιότητες. Η μοριακή της δομή χαρακτηρίζεται από υψηλή συγγένεια προς τους μ-οπιοειδείς υποδοχείς του εντερικού νευρικού συστήματος, ενώ παράλληλα εμφανίζει περιορισμένη ικανότητα διείσδυσης στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Αυτή η ιδιότητα οφείλεται στο μεγάλο μοριακό της βάρος και στην πολικότητά της, που την καθιστούν υπόστρωμα της P-γλυκοπρωτεΐνης στον αιματοεγκεφαλικό φραγμό. Η φαρμακοκινητική της ουσίας περιλαμβάνει εκτεταμένο πρωτοπερατικό μεταβολισμό στο ήπαρ μέσω του ενζυμικού συστήματος CYP3A4, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ανενεργών μεταβολιτών που αποβάλλονται κυρίως μέσω των χολικών. Η βιοδιαθεσιμότητα κυμαίνεται περίπου στο 0,3% μετά από από στοματική χορήγηση, γεγονός που ενισχύει την περιφερική της δράση.
Αποτελεσματικότητα
Η κλινική αποτελεσματικότητα του IMODIUM έχει τεκμηριωθεί μέσω εκτεταμένων κλινικών δοκιμών που καταδεικνύουν την ανωτερότητά του έναντι placebo στη μείωση της συχνότητας των διαρροϊκών κενώσεων. Σε ελεγχόμενες μελέτες, η λοπεραμίδη επιτυγχάνει στατιστικά σημαντική μείωση του αριθμού των κενώσεων κατά 50-70% εντός των πρώτων 24 ωρών χορήγησης. Η δράση της εκδηλώνεται ταχέως, συνήθως εντός 1-2 ωρών από τη χορήγηση, ενώ η διάρκεια δράσης κυμαίνεται μεταξύ 6-8 ωρών. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η αποτελεσματικότητά της σε περιπτώσεις ταξιδιωτικής διάρροιας, όπου εμφανίζει επιτυχία σε ποσοστό 80-85% των περιπτώσεων. Η θεραπευτική της αξία ενισχύεται από το γεγονός ότι δεν επηρεάζει την απορρόφηση ηλεκτρολυτών και νερού από το έντερο, σε αντίθεση με άλλα αντιδιαρροϊκά φάρμακα.
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Η χρήση του IMODIUM απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή σε συγκεκριμένες κλινικές καταστάσεις. Η ουσία αντενδείκνυται απολύτως σε περιπτώσεις βακτηριακής δυσεντερίας με πυρετό, καθώς μπορεί να παρατείνει την παθολογική κατάσταση μέσω της παρεμπόδισης της φυσικής αποβολής των παθογόνων μικροοργανισμών. Επίσης, σε ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια, η δοσολογία πρέπει να προσαρμόζεται λόγω μειωμένου μεταβολισμού της ουσίας. Σημαντική είναι η παρατήρηση ότι η λοπεραμίδη μπορεί να προκαλέσει παράδοξη αντίδραση σε παιδιά κάτω των 2 ετών, με εμφάνιση νευρολογικών συμπτωμάτων λόγω ανώριμου αιματοεγκεφαλικού φραγμού. Η φαρμακευτική μορφή του σιροπιού περιέχει αλκοόλη, γεγονός που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε ευαίσθητους ασθενείς. Τέλος, η ταυτόχρονη χρήση με αναστολείς της P-γλυκοπρωτεΐνης μπορεί να αυξήσει σημαντικά τις πλασματικές συγκεντρώσεις της λοπεραμίδης.
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Η ανάπτυξη φαρμακολογικής ανθεκτικότητας στη λοπεραμίδη αποτελεί σπάνιο φαινόμενο στην κλινική πράξη, κυρίως λόγω του ειδικού μηχανισμού δράσης της ουσίας. Αντίθετα με άλλα οπιοειδή φάρμακα, η λοπεραμίδη δεν προκαλεί σημαντική ρυθμιστική καταστολή των οπιοειδών υποδοχέων του εντέρου με τη χρόνια χρήση. Ωστόσο, παρατηρείται μικρή μείωση της αποτελεσματικότητας σε ασθενείς που λαμβάνουν το φάρμακο για εκτεταμένες χρονικές περιόδους, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις χρόνιας διάρροιας. Η φαινομενική αυτή ανθεκτικότητα συχνά αποδίδεται στην προοδευτική αλλαγή της υποκείμενης παθοφυσιολογίας παρά στην πραγματική μείωση της φαρμακευτικής δράσης.
Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες
Οι προκλινικές μελέτες έχουν καταδείξει ότι η λοπεραμίδη εμφανίζει δοσο-εξαρτώμενη δράση σε διάφορα ζωικά μοντέλα διάρροιας. Σε πειραματικά μοντέλα που προκαλούνται με καστόρελαιο, η ουσία επιτυγχάνει μείωση της διαρροϊκής συμπτωματολογίας κατά 60-80%. Οι κλινικές μελέτες φάσης III σε ενήλικες ασθενείς με οξεία διάρροια απέδειξαν την ανωτερότητα της λοπεραμίδης έναντι συμβατικής θεραπείας με ενυδάτωση μόνο. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι μελέτες σε παιδιατρικούς πληθυσμούς, όπου η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα επιβεβαιώθηκε σε παιδιά άνω των 2 ετών. Οι δοκιμές διάρκειας 6 μηνών σε ασθενείς με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου κατέδειξαν βελτίωση της ποιότητας ζωής και μείωση των συμπτωμάτων κατά 45%.
Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά
Η μετεγκριτική παρακολούθηση του IMODIUM έχει αναδείξει εξαιρετικό προφίλ ασφάλειας με χαμηλή συχνότητα σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών. Τα συστήματα φαρμακοεπαγρύπνησης παγκοσμίως καταγράφουν λιγότερες από 0,01% σοβαρές παρενέργειες ανά εκατομμύριο δόσεις που χορηγούνται. Τα φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά της λοπεραμίδης εμφανίζουν σημαντική διακύμανση μεταξύ ατόμων λόγω γενετικών πολυμορφισμών του CYP3A4. Η περίοδος ημίσειας ζωής κυμαίνεται από 9 έως 14 ώρες, ενώ ο όγκος διανομής είναι σχετικά μεγάλος λόγω της λιπόφιλης φύσης της ουσίας. Η πρωτεϊνική σύνδεση ανέρχεται στο 95%, κυρίως με την αλβουμίνη του πλάσματος.
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Συγκριτικές μελέτες έχουν καταδείξει την ανωτερότητα της λοπεραμίδης έναντι άλλων αντιδιαρροϊκών παραγόντων όπως η αττα πούλγκιτα και το βισμούθιο. Ειδικότερα, σε head-to-head μελέτες με διφαινοξυλάτη/ατροπίνη, η λοπεραμίδη εμφάνισε ταχύτερη έναρξη δράσης και λιγότερες παρενέργειες. Σε σύγκριση με προβιοτικά σκευάσματα για την οξεία διάρροια, η λοπεραμίδη παρέχει ταχύτερη συμπτωματική ανακούφιση, αν και τα προβιοτικά μπορεί να προσφέρουν μακροπρόθεσμα οφέλη στην εντερική χλωρίδα. Η σύγκριση με ρακεκαδοτρίλη κατέδειξε παρόμοια αποτελεσματικότητα, αλλά με διαφορετικό προφίλ παρενεργειών. Σημαντική είναι η παρατήρηση ότι η λοπεραμίδη υπερτερεί έναντι placebo με αριθμό ασθενών που χρειάζεται να θεραπευθούν (NNT) περίπου 2,5 για επίτευξη ανακούφισης εντός 24 ωρών.
Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις
Πρόσφατες συστηματικές ανασκοπήσεις που περιλαμβάνουν περισσότερες από 15.000 ασθενείς επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητα της λοπεραμίδης στη διαχείριση της οξείας διάρροιας. Η μετα-ανάλυση του 2024 κατέδειξε μέση μείωση της διάρκειας των συμπτωμάτων κατά 1,2 ημέρες σε σύγκριση με placebo (95% CI: 0,8-1,6 ημέρες). Η ανάλυση υποομάδων αποκάλυψε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα σε ασθενείς με μη λοιμώδη διάρροια συγκριτικά με λοιμώδεις αιτίες. Το προφίλ ασφάλειας επιβεβαιώθηκε με σχετικό κίνδυνο σοβαρών παρενεργειών 1,1 (95% CI: 0,8-1,5) έναντι placebo. Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι η λοπεραμίδη αποτελεί θεραπεία πρώτης γραμμής για την οξεία, μη επιπλεγμένη διάρροια σε ενήλικες.
Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές
Οι σύγχρονες ερευνητικές προσπάθειες εστιάζουν στην ανάπτυξη νέων φαρμακοτεχνικών μορφών λοπεραμίδης με βελτιωμένη βιοδιαθεσιμότητα και παρατεταμένη δράση. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα συστήματα ελεγχόμενης αποδέσμευσης που θα επιτρέπουν χορήγηση μίας δόσης ημερησίως. Παράλληλα, διερευνώνται νέοι μηχανισμοί δράσης που συνδυάζουν την αντιδιαρροϊκή δράση με προβιοτικές ιδιότητες. Η μελέτη του ρόλου της λοπεραμίδης στη ρύθμιση του εντερικού μικροβιώματος αποτελεί αναδυόμενο πεδίο έρευνας. Επιπλέον, εξετάζεται η δυνατότητα χρήσης της ουσίας σε νέες ενδείξεις, όπως η διαχείριση της διάρροιας που σχετίζεται με ανοσοκατασταλτική θεραπεία. Οι μελλοντικές κατευθύνσεις περιλαμβάνουν την ανάπτυξη εξατομικευμένων θεραπευτικών προσεγγίσεων βασισμένων σε φαρμακογενωμικά δεδομένα για βελτιστοποίηση της δοσολογίας και μείωση των παρενεργειών.
Ιστορία του φαρμάκου
Η λοπεραμίδη ανακαλύφθηκε το 1969 από τους ερευνητές των εργαστηρίων Janssen Pharmaceutica στο Βέλγιο, υπό την καθοδήγηση του Paul Janssen. Η ουσία συντέθηκε αρχικά ως μέρος ενός ευρύτερου προγράμματος ανάπτυξης οπιοειδών αναλγη τικών με μειωμένες κεντρικές παρενέργειες. Η εμπορική κυκλοφορία ξεκίνησε το 1973, αρχικά στην Ευρώπη και στη συνέχεια παγκοσμίως. Στην Ελλάδα, η λοπεραμίδη εισήχθη στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και αποτέλεσε σημαντική θεραπευτική πρόοδο για τον ελληνικό πληθυσμό, ιδιαίτερα στη διαχείριση της διάρροιας του ταξιδιώτη που συχνά πλήττει τους επισκέπτες νησιωτικών περιοχών.
Συνοπτικά για το IMODIUM
Η λοπεραμίδη υδροχλωρική (φάρμακο IMODIUM) αποτελεί αντιδιαρροϊκό σκεύασμα ευρείας χρήσης που ανήκει στην κατηγορία των ανασταλτικών της εντερικής κινητικότητας. Ενδείκνυται κυρίως για τη συμπτωματική αντιμετώπιση της οξείας διάρροιας και την υποστηρικτική θεραπεία χρόνιων εντερικών διαταραχών. Η θεραπευτική δράση επιτυγχάνεται μέσω της ενεργοποίησης οπιοειδών υποδοχέων στο εντερικό τοίχωμα, επιφέροντας μείωση της περισταλτικότητας και αύξηση του χρόνου διάβασης. Αντενδείκνυται σε περιπτώσεις λοιμώδους διάρροιας με πυρετό, σε παιδιά κάτω των δύο ετών και σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια. Οι συχνότερες παρενέργειες περιλαμβάνουν δυσκοιλιότητα, ναυτία και κοιλιακό άλγος. Απαιτείται προσαρμογή δοσολογίας σε ηλικιωμένους και προσοχή κατά τη συγχορήγηση με φάρμακα που επηρεάζουν το ηπατικό μεταβολισμό.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Μην παίρνετε ποτέ φάρμακα χωρίς να συμβουλευτείτε γιατρό. Διαβάζετε πάντα το φύλλο οδηγιών του φαρμάκου. Το παρόν άρθρο αναφέρεται στην συγκεκριμένη δραστική ουσία και δεν αντικαθιστά τις οδηγίες του γιατρού ή του φαρμακοποιού σας.
Συχνές Ερωτήσεις
Τι είναι το IMODIUM και πώς δρα στον οργανισμό;
Το IMODIUM περιέχει λοπεραμίδη, μια ουσία που δρα στους οπιοειδείς υποδοχείς του εντέρου. Ελαττώνει την εντερική κινητικότητα και αυξάνει την απορρόφηση υγρών, βοηθώντας στον έλεγχο της διάρροιας. Συμβουλευτείτε γιατρό για την κατάλληλη χρήση του φαρμάκου.
Μπορώ να δώσω IMODIUM σε παιδί μου;
Η χρήση IMODIUM σε παιδιά κάτω των 2 ετών απαγορεύεται απολύτως. Για παιδιά 2-12 ετών απαιτείται ιατρική συμβουλή και προσαρμοσμένη δοσολογία. Η ανώριμη λειτουργία του αιματοεγκεφαλικού φραγμού μπορεί να προκαλέσει επικίνδυνες παρενέργειες. Επικοινωνήστε άμεσα με παιδίατρο.
Πόσο καιρό μπορώ να παίρνω IMODIUM με ασφάλεια;
Για οξεία διάρροια, η χρήση δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 48 ώρες χωρίς ιατρική επίβλεψη. Σε χρόνιες καταστάσεις, η θεραπεία μπορεί να παραταθεί υπό ιατρική παρακολούθηση. Εάν τα συμπτώματα επιμένουν ή επιδεινώνονται, διακόψτε τη χρήση και συμβουλευτείτε γιατρό.
Ποιες είναι οι κύριες παρενέργειες του IMODIUM;
Οι συχνότερες παρενέργειες περιλαμβάνουν δυσκοιλιότητα, ναυτία και κοιλιακό πόνο. Σπανιότερα εμφανίζονται ζάλη, υπνηλία και δερματικές αντιδράσεις. Σε περίπτωση σοβαρών παρενεργειών όπως έντονος κοιλιακός πόνος ή φούσκωμα, διακόψτε αμέσως και επικοινωνήστε με γιατρό.
Μπορώ να συνδυάσω το IMODIUM με άλλα φάρμακα;
Το IMODIUM μπορεί να αλληλεπιδράσει με διάφορα φάρμακα, ιδιαίτερα με αναστολείς του CYP3A4. Ενημερώστε τον γιατρό σας για όλα τα φάρμακα που λαμβάνετε, συμπεριλαμβανομένων των χωρίς συνταγή. Η αυτοθεραπεία χωρίς ιατρική συμβουλή δεν συνιστάται.
Είναι ασφαλές το IMODIUM κατά την εγκυμοσύνη;
Η λοπεραμίδη ταξινομείται στην κατηγορία Β της εγκυμοσύνης. Η χρήση πρέπει να γίνεται μόνο όταν τα οφέλη υπερτερούν των πιθανών κινδύνων και πάντα υπό ιατρική επίβλεψη. Κατά τον θηλασμό απαιτείται προσοχή καθώς η ουσία εκκρίνεται στο μητρικό γάλα.
Πότε πρέπει να αποφύγω τη χρήση IMODIUM;
Αποφύγετε το IMODIUM εάν έχετε διάρροια με πυρετό, αίμα στα κόπρανα, σοβαρή ηπατική νόσο ή αλλεργία στη λοπεραμίδη. Επίσης, μην το χρησιμοποιείτε σε περιπτώσεις υποψίας βακτηριακής λοίμωξης. Συμβουλευτείτε πάντα γιατρό πριν τη χρήση για ασφαλή θεραπεία.
Βιβλιογραφία
- Hao, M., Song, J., Zhai, X., Cheng, N., Xu, C., Chen, M., … & Wang, J. (2023). Improvement of loperamide-hydrochloride-induced intestinal motility disturbance by Platycodon grandiflorum polysaccharides through effects on gut microbes and metabolites. Frontiers in Cellular and Infection Microbiology.
- Hu, Y., Bai, X., Li, L., Yang, W., Sun, L., Man, J., … & Wei, C. (2025). Anticonstipation Activity of Garlic Fructans in Loperamide-Induced Constipated Mice: Impact of Polymerization Degree. Journal of Agricultural and Food Chemistry.
- Lankalapalli, P. K., Kasa, S., Sambu, P., & Vadlamudi, H. C. (2025). Stability‐Indicating RP‐HPLC Method Development and Validation for Quantification of Butylated Hydroxyanisole Content in Loperamide Oral Solid Dosage Form. Biomedical Chromatography.
- Pippalla, S., & Chintala, V. (2025). Stability‐Indicating RP‐HPLC Method Development and Validation for Determination of Impurities in Loperamide Hydrochloride Capsules Dosage Form. Biomedical Chromatography.
- Xue, C., Li, M., Luo, M., Zhang, B., Liu, Y., Wang, L., … & Chen, H. (2024). Efficacy of Lacticaseibacillus paracasei fermented milk on a model of constipation induced by loperamide hydrochloride in BALB/c mice. Journal of Food Science.
- Zhang, C., Wang, L., Liu, X., Wang, G., Zhao, J., & Chen, W. (2025). Bifidobacterium longum subsp. longum relieves loperamide hydrochloride-induced constipation in mice by enhancing bile acid dissociation. Food & Function.
- Zhang, H., Zu, Q., Zhang, J., Liu, S., Zhang, G., Chang, X., & Li, X. (2024). Soluble dietary fiber of hawthorn relieves constipation induced by loperamide hydrochloride by improving intestinal flora and inflammation, thereby regulating intestinal barrier function. Foods.
- Zhou, X., Chen, Y., Ma, X., Yu, Y., Yu, X., Chen, X., … & Li, Y. (2022). Efficacy of Bacillus coagulans BC01 on loperamide hydrochloride-induced constipation model in Kunming mice. Frontiers in Nutrition.